ΤΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΑΛΛΑΞΕΙ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΞΟΡΥΞΕΙΣ
Μέχρι τον Μάρτιο του 2017 αναμένεται να είναι έτοιμες οι
νομοθετικές παρεμβάσεις που απαιτούνται για την απλοποίηση της αδειοδότησης
στις εξορυκτικές δραστηριότητες, όπως ανακοίνωσε το υπουργείο Οικονομίας,
Ανάπτυξης και Τουρισμού, στο πλαίσιο της ηλεκτρονικής διαβούλευσης του νέου
νόμου για την άσκηση οικονομικής δραστηριότητας που αναμένεται να ολοκληρωθεί
στο τέλος Αυγούστου και κατόπιν να ψηφιστεί από την Ολομέλεια της Βουλής τον
Σεπτέμβριο 2016.
Όπως τονίζουν στη Ν στελέχη του μεταλλευτικού χώρου, «τα
βήματα που μπορούν να γίνουν με στόχο την απλοποίηση των διαδικασιών στην
εξορυκτική βιομηχανία αφορούν την ενεργοποίηση του Ηλεκτρονικού Περιβαλλοντικού
Μητρώου, τη λειτουργία του αρμόδιου υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας ως
ουσιαστικού one stop shop, με τις υπηρεσίες να συναποφασίζουν συνεργαζόμενες
για τα έργα και όχι αντιμαχόμενες, την εφαρμογή της Εθνικής Πολιτικής για την
Αξιοποίηση των Ορυκτών Πρώτων Υλών, τη δημιουργία σώματος αξιολογητών και
επιθεωρητών περιβαλλοντικών μελετών με τη διαδικασία του outsourcing, καθώς και
την απλοποίηση της δασικής νομοθεσίας».
Σύμφωνα με μελέτη του Συνδέσμου Μεταλλευτικών Επιχειρήσεων
και με βάση τις εκτιμήσεις του υπουργείου Περιβάλλοντος, n αξία του ορυκτού
φυσικού πλούτου στην Ελλάδα υπολογίζεται κοντά στα 30 δια ευρώ.
Ωστόσο, η
ύπαρξη των ορυκτών πόρων δεν αποτελεί αναγκαστικά και στοιχείο οικονομικής
δραστηριότητας και εκμετάλλευσης, καθώς οι ορυκτοί πόροι δεν μετατρέπονται
απαραίτητα σε αποθέματα και πλούτο.
Η μετατροπή τους θα πρέπει να εξεταστεί υπό
το πρίσμα πολλών παραγόντων, όπως για παράδειγμα το κόστος εξόρυξης και αρχικής
επένδυσης, παράγοντες αβεβαιότητας που μπορεί να ανακύψουν για την εκμετάλλευση
τους και ο χρονικός ορίζοντας εκμετάλλευσης των αποθεμάτων. Δυστυχώς ο αριθμός
των επιχειρήσεων στον κλάδο μειώνεται σταδιακά από το 2010 και το 2014 ανήλθε
στις 124 επιχειρήσεις.
Το μεγαλύτερο ποσοστό επιχειρήσεων δραστηριοποιείται στα
αδρανή υλικά (53%) και στα μάρμαρα (27%). Αμετάβλητος παραμένει ο αριθμός των
επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στα βιομηχανικά ορυκτά, αλλά και στους
κλάδους μεταποίησης που εντάσσονται στην εξορυκτική βιομηχανία.
Αξίζει να
σημειωθεί ότι σε κανέναν κλάδο εξόρυξης δεν παρατηρήθηκε αύξηση του αριθμού των
επιχειρήσεων, ενώ η μεγαλύτερη μείωση ετησίως σημειώθηκε το 2014 στους κλάδους
των μαρμάρων και των μεταλλικών ορυκτών.
Όπως τονίζεται στη μελέτη του ΣΜΕ, οι διαδικασίες
αδειοδότησης για την αξιοποίηση πρώτων υλών εξακολουθούν να είναι χρονοβόρες,
χωρίς σαφώς προσδιορισμένη μεθοδολογία. Στην καθυστέρηση της αδειοδότησης
συμβάλλει η πολυνομία, καθώς και η σχετική γραφειοκρατία στο υφιστάμενο θεσμικό
πλαίσιο.
Το δαιδαλώδες νομοθετικό σύστημα συσχετίζεται άμεσα και με τις
πολυάριθμες προσφυγές στο Συμβούλιο της Επικρατείας, προκαλώντας σημαντικές
καθυστερήσεις στην υλοποίηση επενδύσεων. Παράλληλα, το Ινστιτούτο Γεωλογικών
και Μεταλλευτικών Ερευνών (ΙΓΜΕ) δεν έχει αξιοποιηθεί στο μέγιστο βαθμό, με
αποτέλεσμα η πληροφόρηση για το δυναμικό των πρώτων υλών στη χώρα να είναι
σχετικά περιορισμένη.
Σε συνδυασμό με δυσμενείς εξελίξεις στο μη μισθολογικό
κόστος (όπως τέλη, μισθώματα, λοιπή φορολογία και κόστος ενέργειας), οι
εκκρεμότητες στο ρυθμιστικό πλαίσιο δυσχεραίνουν την ανταγωνιστικότητα και την
περαιτέρω ανάπτυξη της εξορυκτικής βιομηχανίας στην Ελλάδα.
Εξειδίκευση και υλοποίηση της εθνικής πολιτικής
Η εξάλειψη των υφιστάμενων παραλείψεων στο ρυθμιστικό
πλαίσιο και ευρύτερα στην πολιτική για τις ορυκτές πρώτες ύλες αποτελεί βασική
προϋπόθεση για πληρέστερη αξιοποίηση των αναπτυξιακών προοπτικών της
εξορυκτικής βιομηχανίας.
Η εξειδίκευση και η υλοποίηση της Εθνικής Πολιτικής για
την Αξιοποίηση των Ορυκτών Πρώτων Υλών ( ΕΠΑ-ΟΠΥ) αποτελεί ένα βασικό βήμα σε
αυτή την κατεύθυνση, τονίζουν τα στελέχη της μεταλλευτικής αγοράς.
Όπως
επισημαίνεται από τους άμεσα εμπλεκόμενους, η εθνική πολιτική δομείται σε έξι
στρατηγικούς άξονες που αφορούν την περιφερειακή και εθνική ανάπτυξη, ευρύτερα
θέματα χωροταξικού σχεδιασμού, την κωδικοποίηση εις υφιστάμενης νομοθεσίας, την
εξασφάλιση της κοινωνικής αποδοχής μέσα από την προώθηση διαλόγου, την ενίσχυση
της έρευνας και εκπαίδευσης και, τέλος, την ευρύτερη βελτίωση της
αποδοτικότητας της διαχείρισης των ορυκτών πρώτων υλών.
Ωστόσο, η εθνική
πολιτική δεν έχει λάβει m μορφή νομοθετικών κειμένων και έτσι τελικά δεν
εφαρμόζεται στην πράξη. Ως αποτέλεσμα, να υφίστανται σημαντικά εμπόδια στην
περαιτέρω ανάπτυξη της εξορυκτικής βιομηχανίας.
Αιφνιδιαστική απόφαση για τροποποίηση της κατηγοριοποίησης
Στο μεταξύ, αλλαγή δεδομένων φέρνει η νέα μέσα στο κατακαλόκαιρο
απόφαση του υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας περί τροποποίησης της
κατηγοριοποίησης των ερευνητικών μελετών των εξορυκτικών έργων.
Με βάση την
υπουργική απόφαση της 10ης Αυγούστου 2016 ΔΙΠΑ οικ.37674 2016 ΦΕΚ2471 Β 10
2016,οι ερευνητικές γεωτρήσεις για ανεύρεση τόσο ορυκτών όσο και μετάλλων πλέον
περνούν στην κατηγορία Α2 από την Α1, στην οποία ανήκε με βάση την προηγούμενη
υπουργική απόφαση (2012) η εξόρυξη μεταλλευμάτων και ερευνητικές γεωτρήσεις για
ανεύρεση μεταλλευμάτων.
Η νέα απόφαση δεν κάνει διάκριση για ερευνητικές
γεωτρήσεις για ανεύρεση μετάλλων, όπως έκανε η προηγούμενη υπουργική απόφαση,
αλλά μιλάει μόνο για την εξόρυξη μεταλλευμάτων, που τη βάζει στην κατηγορία Α1,
και κάνει λόγο για ερευνητικές γεωτρήσεις για ανεύρεση ορυκτών (στις οποίες
φαίνεται πως συμπεριλαμβάνει και τις ερευνητικές γεωτρήσεις για ανεύρεση
μεταλλευμάτων) που ανήκουν στην κατηγορία Α2.
Πρακτικά σημαίνει ότι οι
αδειοδοτήσεις για τέτοιου τύπου δραστηριότητες που είναι πολύ σημαντικές για τη
μεταλλουργία και την εξορυκτική βιομηχανία και τις επενδύσεις τους περνούν στα
χέρια της Τοπικής Αυτοδιοίκησης από τα χέρια της Κεντρικής Διοίκησης.
Η
συγκεκριμένη απόφαση που βρήκε τα περισσότερο στελέχη του κλάδου στις παραλίες,
εν μέσω καυτού θέρους, θα τεθεί υπόψη των ενδιαφερόμενων επιχειρήσεων.
Σύμφωνα
με τις μέχρι τώρα πληροφορίες, οι απόψεις διίστανται όσον αφορά τον σκοπό και
το όφελος γι’ αυτή την τροποποίηση.
[ΠΗΓΗ: ΝΑΥΤΕΜΠΟΡΙΚΗ, της Λέττας Καλαμαρά, 20/08/2016]
Αναδημοσίευση από ellinikoschrysos
Σχόλια