Η ΠΡΑΣΙΝΗ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ "ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ" ΧΩΡΙΣ ΟΡΥΚΤΕΣ ΠΡΩΤΕΣ ΥΛΕΣ (1ο ΜΕΡΟΣ)
Του Dr. Γεωλογίας Νικολάου Αρβανιτίδη
Οι Ορυκτές Πρώτες Ύλες (ΟΠΥ), και κυρίως αυτές που
χαρακτηρίζονται κρίσιμες για την Ευρώπη, βρίσκονται σήμερα, περισσότερο ίσως
από κάθε άλλη φορά, στην κορυφή της μεταλλευτικής ζήτησης, σε σχέση κυρίως με
βιομηχανικές εφαρμογές και χρήσεις της πράσινης τεχνολογίας.
Με σημείο αναφοράς τις κοινωνικά
υποστηριζόμενες πολιτικές αποφάσεις για γρήγορη μετάβαση σε ήπιες «καθαρές»
πηγές ενέργειας, καθώς και η άμεση
προώθηση μιας χαμηλών - εκπομπών - διοξειδίου του άνθρακα «ηλεκτροκίνητης»
οικονομίας, οι ανάγκες για συγκεκριμένες ΟΠΥ εκτοξεύονται ποσοτικά σε
δυσθεώρητα μεγέθη και εντάσσονται
ποιοτικά σε ειδικά διαμορφωμένες προδιαγραφές.
Και βέβαια αυτή που παίρνει
πρώτη στη σκυτάλη και βιάζεται πάντα να δηλώσει παρόν, με ότι αυτό συνεπάγεται,
είναι η μεταποιητική βιομηχανία που ενδιαφέρεται πάντα να παραμένει εμπορική,
ανταγωνιστική και βασικά κοντά στο κυρίαρχο life style κάθε εποχής.
Από την
άλλη μεριά, παραβλέπει το γεγονός ότι η παραγωγική αλυσίδα στην οποία ανήκει και
είναι μέρος της μπορεί να μην βρίσκεται
σε πλήρη, ολοκληρωμένη, σταθερή και βιώσιμη λειτουργική κατάσταση.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η αυτοκινητοβιομηχανία που πήρε φόρα και
σχεδιάζει μέσα στα επόμενα χρόνια μαζική παραγωγή ηλεκτροκίνητων
αυτοκινήτων, κυρίως για να προβάλλει ένα συμβατό με την εποχή -τ ης
πράσινης- ενέργειας προφίλ.
Συγκεκριμένα
το 2017 οι πωλήσεις τους ανήλθαν σε περίπου 4 εκατομμύρια, ενώ μέχρι το
2030, οι πωλήσεις, σύμφωνα με τις προβλέψεις, θα φθάσουν τα 50 εκατομμύρια το
χρόνο.
Αυτό σημαίνει φυσικά ότι οι
ανάγκες για μπαταρίες λιθίου που χρησιμοποιούν τα ηλεκτρικά οχήματα αυξάνονται
σε βαθμό που ξεπερνά κάθε προσπάθεια ή σενάριο αξιόπιστης πρόβλεψης.
Και στη βάση όλης αυτής της εξέλιξης
βρίσκεται βέβαια το γεγονός ότι οι ΟΠΥ λιθίου, κοβαλτίου, σπανίων γαιών,
γραφίτη, και άλλων ορυκτών και μετάλλων που χρειάζονται για την κατασκευή των
συγκεκριμένων μπαταριών δεν αρκούν κοιτασματολογικά για να καλύψουν τις
σημερινές και μελλοντικές απαιτήσεις. Και αυτό αφορά τόσο στην Ευρώπη όσο και
στον υπόλοιπο κόσμο.
Είναι πολύ πιθανό δηλαδή να φθάσει η κάθε βιομηχανία στο σημείο να έχει σχεδιάσει τα ηλεκτρικά της
αυτοκίνητα και να βρεθεί στη θέση να μην μπορέσει να τα παράγει, αφού οι
μπαταρίες που χρειάζονται δεν μπορούν να κατασκευαστούν λόγω ελλείψεων στην
προμήθεια των ΟΠΥ που απαιτούνται.
Αυτή θα μπορούσε λοιπόν να χαρακτηριστεί σαν
‘σπασμένη’ παραγωγική αλυσίδα αφού το αυτοκίνητο που είναι ο τελευταίος της
κρίκος δεν λαμβάνει υπόψη του την κοιτασματολογική και μεταλλευτική επάρκεια
των ΟΠΥ που αποτελούν τον αρχικό
κρίκο από την παρουσία του οποίου
εξαρτάται.
Παρακάτω παρουσιάζεται μια
πιο αναλυτική προσέγγιση των σχέσεων που αναπτύσσονται και ισχύουν σήμερα
μεταξύ των χρήσεων της πράσινης τεχνολογίας στην βιομηχανική παραγωγή, των
κρίσιμων ΟΠΥ που χρειάζονται για την βιώσιμη παρουσία και πρακτική εφαρμογή της
τεχνολογίας αυτής στην ενέργεια και αλλού, καθώς και ο γεωπολιτικός έλεγχος
προμήθειας των ΟΠΥ που απαιτούνται.
Στόχος είναι να γίνει κατανοητό και σαφές
ποια είναι τα πλεονεκτήματα, ποια τα μειονεκτήματα. Ποια τα εμπόδια και πως
μπορούν να ξεπεραστούν. Ποια τα προβλήματα και ποιες οι λύσεις.
Πως και γιατί κρίσιμες ΟΠΥ στην Ευρώπη
Δεδομένης της στρατηγικής σημασίας των πρώτων υλών για τη
μεταποιητική βιομηχανία της ΕΕ, η Επιτροπή έχει θέσει σε εφαρμογή ένα ευρύ
φάσμα μέτρων στο πλαίσιο της ενωσιακής πρωτοβουλίας για τις πρώτες ύλες, έτσι
ώστε να εξασφαλίζεται η ασφαλής, βιώσιμη και οικονομικά προσιτή προμήθειά τους.
Ο κατάλογος των πρώτων υλών κρίσιμης σημασίας για την ΕΕ συνιστά κεντρικό
στοιχείο της πρωτοβουλίας αυτής.
Η πρωτοβουλία για τις πρώτες ύλες προτάθηκε το
2008 με σκοπό να αντιμετωπιστούν οι προκλήσεις που συνδέονται με την πρόσβαση
σε πρώτες ύλες. Τον Ιούλιο του 2017 επικαιροποιήθηκε ο κατάλογος των πρώτων
υλών κρίσιμης σημασίας που ίσχυε από το 2014.
Ο κύριος σκοπός του νέου πίνακα
είναι ο προσδιορισμός των πρώτων υλών για τις οποίες υπάρχει υψηλός κίνδυνος
προβλημάτων στον εφοδιασμό και οι οποίες έχουν μεγάλη οικονομική σημασία, και η
αξιόπιστη και ανεμπόδιστη πρόσβαση στις οποίες αποτελεί μέλημα για τους
βιομηχανικούς κλάδους και τις παραγωγικές αλυσίδες στην Ευρώπη.
Ο συγκεκριμένος
κατάλογος ακολουθεί αντικειμενική μεθοδολογία και αποτελεί ένα τεκμηριωμένο
εργαλείο για τη λήψη μέτρων πολιτικής στο εμπόριο, την καινοτομία και τη
βιομηχανία με σκοπό την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των ευρωπαϊκών
βιομηχανικών κλάδων σύμφωνα με την ανανεωμένη βιομηχανική στρατηγική για την
Ευρώπη, μεταξύ άλλων με τους εξής τρόπους:
- προσδιορισμός των επενδυτικών αναγκών που μπορούν να συμβάλουν στη μείωση της εξάρτησης της Ευρώπης από τις εισαγωγές πρώτων υλών·
- καθοδήγηση και υποστήριξη στην καινοτομία για τον εφοδιασμό με πρώτες ύλες στο πλαίσιο του προγράμματος «Ορίζοντας 2020» για την έρευνα και την καινοτομία·
- ανάδειξη της σπουδαιότητας των πρώτων υλών κρίσιμης σημασίας για τη μετάβαση σε μια περισσότερο κυκλική οικονομία με χαμηλές εκπομπές άνθρακα και αποδοτική χρήση των πόρων.
Ο κατάλογος αναμένεται επίσης να συμβάλει στην κινητροδότηση
της ευρωπαϊκής παραγωγής πρώτων υλών κρίσιμης σημασίας μέσω της ενίσχυσης των
δραστηριοτήτων ανακύκλωσης και, όπου απαιτείται, να διευκολύνει την έναρξη νέων
εξορυκτικών δραστηριοτήτων.
Επίσης, επιτρέπει να κατανοηθεί καλύτερα ο τρόπος
με τον οποίο μπορεί να εξασφαλιστεί ο εφοδιασμός σε πρώτες ύλες μέσω της
διαφοροποίησης των πηγών εφοδιασμού, από διαφορετικές γεωγραφικές πηγές μέσω
εξόρυξης/εξαγωγής, ανακύκλωσης ή υποκατάστασης.
Ο κατάλογος χρησιμοποιείται από την Επιτροπή ως
υποστηρικτικό στοιχείο κατά τη διαπραγμάτευση εμπορικών συμφωνιών, την
αμφισβήτηση μέτρων που δημιουργούν στρέβλωση του εμπορίου, την ανάπτυξη δράσεων
έρευνας και καινοτομίας και την υλοποίηση του θεματολογίου 2030 για τη βιώσιμη
ανάπτυξη και των σχετικών στόχων βιώσιμης ανάπτυξης.
Οι πρώτες ύλες κρίσιμης
σημασίας αποτελούν προτεραιότητα στο σχέδιο δράσης της ΕΕ για την κυκλική
οικονομία προκειμένου να ενισχυθεί η αποδοτική χρήση και ανακύκλωση τους. Ο κατάλογος
ενδέχεται επίσης να χρησιμεύσει κατά την επανεξέταση των άμεσων ξένων
επενδύσεων στην ΕΕ.
Μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί από κράτη μέλη,
επιχειρήσεις και επενδυτές σε εθελοντική βάση προκειμένου αυτοί να
πληροφορηθούν τους δυνητικούς κινδύνους στον εφοδιασμό με πρώτες ύλες και τις
σχετικές ευκαιρίες.
Στην τελευταία ανακοίνωση του 2017 -COM(2017) 490 final-
παρουσιάζεται ένας επικαιροποιημένος κατάλογος με 27 πρώτες ύλες κρίσιμης
σημασίας για την ΕΕ, που προέκυψε από μια τρίτη αξιολόγηση.
Ακολουθεί τις δύο
προηγούμενες ανακοινώσεις για τις πρώτες ύλες, με τις οποίες καταρτίστηκε ένας
κατάλογος με 14 πρώτες ύλες κρίσιμης σημασίας το 2011 και ένας αναθεωρημένος
κατάλογος με 20 πρώτες ύλες το 2014.
Ο κατάλογος των πρώτων υλών κρίσιμης
σημασίας για την ΕΕ υπόκειται σε τακτική επικαιροποίησης τουλάχιστον κάθε τρία
έτη, ώστε να αντικατοπτρίζονται οι εξελίξεις στην παραγωγή, την αγορά και την
τεχνολογία, και ο αριθμός των αξιολογούμενων πρώτων υλών αυξάνεται με κάθε
επικαιροποίηση.
Σύμφωνα με τις συστάσεις της έκθεσης του 2014 της ειδικής
ομάδας εργασίας σχετικά με τον προσδιορισμό των πρώτων υλών κρίσιμης σημασίας,
η τρίτη αυτή αξιολόγηση των πρώτων υλών κρίσιμης σημασίας αφορούσε 78 πρώτες
ύλες και διεξήχθη με μια βελτιωμένη μεθοδολογία που έχει αναπτυχθεί από την
Επιτροπή, εξασφαλίζοντας παράλληλα τη συγκρισιμότητα με τις προηγούμενες
μεθοδολογικές προσεγγίσεις (του 2011 και του 2014).
Η οικονομική σημασία και οι
εφοδιαστικοί κίνδυνοι παραμένουν οι δύο βασικές παράμετροι για τον προσδιορισμό
της κρισιμότητας των πρώτων υλών.
Οι κυριότερες βελτιώσεις στην αναθεωρημένη
μεθοδολογία αφορούν το εμπόριο (εξάρτηση από εισαγωγές και περιορισμοί στις
εξαγωγές κατά τον υπολογισμό του κινδύνου στον εφοδιασμό), την υποκατάσταση ως
παράγοντα διόρθωσης τόσο της οικονομικής σημασίας όσο και του εφοδιαστικού
κινδύνου, και τη λεπτομερή κατανομή των τελικών χρήσεων πρώτων υλών με βάση τις
βιομηχανικές εφαρμογές προκειμένου να προσδιοριστεί η οικονομική σημασία.
Συνεχίζεται...
Συνεχίζεται...
Σχόλια