ΝΕΟ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΟ ΟΡΑΜΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΟΡΥΚΤΕΣ ΠΡΩΤΕΣ ΥΛΕΣ
Η ελληνική εξορυκτική δραστηριότητα αποτελεί σημαντικό οικονομικό τομέα της χώρας με διαχρονική συμμετοχή στην αναπτυξιακή διαδικασία. Αποτελεί ακόμη δομικό στοιχείο απαραίτητο για την ανταγωνιστικότητα και την ανάπτυξη πολλών άλλων κλάδων της εθνικής οικονομίας, προμηθεύοντας πρώτες ύλες για τις ανάγκες της ελληνικής βιομηχανίας ευρύτερα αλλά και της καθημερινής ζωής.
Η κοιτασματολογική βιωσιμότητα πλουτοπαραγωγικών ορυκτών διασφαλίζει την διάθεση απαραίτητων πρώτων υλών για την χώρα και τις διεθνείς αγορές, ενισχύει την ανταγωνιστικότητα τους για να αντιμετωπίσουν τις νέες προκλήσεις και διευρύνει παραπέρα τις αναπτυξιακές τους δυνατότητες και προοπτικές. Στην κατεύθυνση αυτή συμβάλλουν καθοριστικά η ολοκληρωμένη γεωλογική γνώση, οι καινοτόμες τεχνολογίες κοιτασματολογικής έρευνας και το υψηλό επίπεδο επαγγελματικής εκπαίδευσης.
Η κοιτασματολογική βιωσιμότητα πλουτοπαραγωγικών ορυκτών διασφαλίζει την διάθεση απαραίτητων πρώτων υλών για την χώρα και τις διεθνείς αγορές, ενισχύει την ανταγωνιστικότητα τους για να αντιμετωπίσουν τις νέες προκλήσεις και διευρύνει παραπέρα τις αναπτυξιακές τους δυνατότητες και προοπτικές. Στην κατεύθυνση αυτή συμβάλλουν καθοριστικά η ολοκληρωμένη γεωλογική γνώση, οι καινοτόμες τεχνολογίες κοιτασματολογικής έρευνας και το υψηλό επίπεδο επαγγελματικής εκπαίδευσης.
Η δυναμική παρουσία κοιτασματολογικών συγκεντρώσεων ΜΕΟΠΥ, συμπεριλαμβανομένων των μεταλλικών, των βιομηχανικών, των λατομικών (διακοσμητικά πετρώματα, δομικοί λίθοι) και αδρανών ορυκτών αποτελεί μοναδικό αναπτυξιακό πλεονέκτημα για την Ελλάδα. Με βάση προηγούμενες εργασίες κοιτασματολογικής έρευνας του ΙΓΜΕ τα διαθέσιμα δεδομένα για τις περισσότερες ΜΕΟΠΥ της περιοχής τεκμηριώνουν σε μεγάλο βαθμό το έντονο επενδυτικό ενδιαφέρον για την περαιτέρω πλουτοπαραγωγική τους αξιοποίηση.
Μεταλλικά ορυκτά
Οι κοιτασματολογικές περιοχές και τα οικονομοτεχνικά μεγέθη των κυριότερων μεταλλικών ορυκτών της χώρας αποτελούν «εν δυνάμει» πρώτες ύλες και εμπορεύσιμα προϊόντα της εξορυκτικής και μεταλλουργικής παραγωγής στα ενεργά σήμερα μεταλλευτικά κέντρα, αλλά και στις περιπτώσεις βιομηχανικής αξιοποίησης και εκμετάλλευσης πρόσθετων μεταλλευμάτων. Τα μεταλλικά ορυκτά συνδέονται με συγκεκριμένους κοιτασματολογικούς τύπους, γεγονός που διαμορφώνει σε μεγάλο τις οικονομικές τους προοπτικές σε σχέση με την ανάκτηση των παρακάτω μετάλλων.
Νικέλιο-Ni
Τα κοιτάσματα των σιδηρονικελιούχων λατεριτών, που εξορύσσονται από την ΛΑΡΚΟ στην Στερεά και Β. Ελλάδα, αποτελούν την πρώτη ύλη για την μεταλλουργική παραγωγή νικελίου στο εργοστάσιο της εταιρίας στην Λάρυμνα. Στα συνολικά 90 εκ. τόνους εκμεταλλεύσιμα και αξιοποιήσιμα αποθέματα με περίπου 1,10 % Ni περιλαμβάνονται τα ενεργά μεταλλεία Καστοριάς, Εύβοιας, Βοιωτίας. Περιοχές με δυναμικά αποθέματα από έρευνες του ΙΓΜΕ και της ΛΑΡΚΟ στο Βέρμιο τεκμηριώνουν περαιτέρω κοιτασματολογικούς στόχους στην ευρύτερη δυτική Μακεδονία.
Συνολικά, τα βέβαια γεωλογικά αποθέματα των σιδηρονικελιούχων μεταλλευμάτων της Ελλάδας ανέρχονται περίπου σε 160.000.000 τόνους με μέση περιεκτικότητα 0,87% Ni. Τα λατεριτικά αυτά αποθέματα χαρακτηρίζονται φτωχά και μη αξιοποιήσιμα με την πυρομεταλλουργική μέθοδο θεωρούνται όμως αξιοποιήσιμα με την υδρομεταλλουργική μέθοδο και στην βάση αυτή ενδέχεται να αποτελέσουν αντικείμενο μελλοντικής εκμετάλλευσης.
Αλουμίνιο-Al
Η παραγωγή αλουμινίου πραγματοποιείται στις μεταλλουργικές εγκαταστάσεις του Αλουμινίου της Ελλάδος από βωξιτικά κοιτάσματα που εξορύσσονται σε μεταλλεία των εταιριών S&B Βιομηχανικά Ορυκτά Α.Ε., Δελφοί-Δίστομον Α.Μ.Ε και ΕΛΜΙΝ Μεταλλευτικές Επιχειρήσεις που λειτουργούν στην Φωκίδα και Φθοιώτιδα. Η περιεκτικότητες του Βωξίτη σε αλουμίνιο κυμαίνονται από 54 μέχρι 66%. Τα βέβαια αποθέματα βωξίτη της Ελλάδας ανέρχονται περίπου σε 130.000.000 τόννους και η ετήσια παραγωγή ξεπερνά τους 2.400.000 τόννους.
Η ετήσια παραγωγή αλουμίνας ανέρχεται σε 782.000 τόννους από τους οποίους οι 480.000 τόννοι επεξεργάζονται για παραγωγή αλουμινίου και οι υπόλοιποι εξάγονται ή διατίθενται στην αγορά όπως έχουν. Η ετήσια παραγωγή αλουμινίου ανέρχεται σε 165.000 τόννους, από τους οποίους οι 95.000 εξάγονται και οι 70.000 τόννοι διατίθενται στην ελληνική αγορά.
Η Ελλάδα κατέχει σημαντική θέση όχι μόνο στην Ευρωπαϊκή Ένωση αλλά και παγκοσμίως καθώς είναι μια από τις σημαντικότερες βωξιτοπαραγωγές χώρες. Η διατήρηση της συγκεκριμένης παρουσίας και στο μέλλον θα εξαρτηθεί από την διασφάλιση βιώσιμου αποθεματικού δυναμικού σε σχέση με την υλοποίηση διαχρονικής ερευνητικής δραστηριότητας για τον εντοπισμό νέων κοιτασμάτων βωξίτη.
Χρώμιο (Cr)
Τα κοιτάσματα χρωμίτη αποτελούν την πρώτη ύλη για την μεταλλουργική παραγωγή χρωμίου. Την περίοδο 1936-1990 εξορύχθηκαν 2,6 εκ. τόνοι, με περιεκτικότητες 15-40% Cr2O3, από μεταλλεύματα της περιοχής Βούρινου (Κοζάνη). Σύμφωνα με έρευνες του ΙΓΜΕ τα διαθέσιμα αποθέματα στην ίδια περιοχή ανέρχονται σε περίπου 3 εκ. τόνους με ανάλογα ποιοτικά και δομικά χαρακτηριστικά.
Στο Ξερολίβαδο (Κοζάνη) υπάρχουν 1 εκ. τόνοι βεβαιωμένα αποθέματα με 25% Cr2O3 (170.000 τόνοι Cr). Κοιτασματολογικό ενδιαφέρον εντοπίζεται και στα υπερβασικά πετρώματα που αναπτύσσονται και εξελίσσονται με ΒΔ διεύθυνση στο εσωτερικό της οροσειράς Πίνδου. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί κοίτασμα στην περιοχή Ερέτριας Φαρσάλων που στο παρελθόν υπήρξε αντικείμενο εκμετάλλευσης, γνωστό περισσότερο σαν μεταλλείο Τσαγκλί.
Λευκόλιθος (Mg)
Το αποθεματικό δυναμικό στα μεταλλεία Γερακινής (Χαλκιδική), όπου δραστηριοποιείται η εταιρία «Ελληνικοί Λευκόλιθοι», εκτιμάται σε ~30.000.000 τόνους. Αφορά σε αποθέματα που με την παρούσα παραγωγική διαδικασία θεωρούνται οικονομικά εκμεταλλεύσιμα και όχι στα «εν δυνάμει»» συνολικά αποθέματα. Σήμερα η εταιρία αποτελεί τη μοναδική παραγωγό εταιρία Μαγνησίας στην Ελλάδα , την μεγαλύτερη εξαγωγική επιχείρηση Μαγνησίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και την μεγαλύτερη σε πωλήσεις Καυστικής Μαγνησίας παγκοσμίως.
Υπάρχει συνεργασία με το ΙΓΜΕ στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού έργου ProMine για την αξιοποίηση ολιβινικών στείρων στην παραγωγή νάνο-πυριτίου. Οριακά εκμεταλλεύσιμα αποθέματα εντοπίζονται επίσης στις περιοχές Αρχάγγελου-Ψηλής Ράχης και Κάκαβου-Τρούπης στην Εύβοια.
Μικτά θειούχα βασικών μετάλλων-Pb, Zn (Au, Ag)
Η παραγωγική εκμετάλλευση περιορίζεται σήμερα στο κοίτασμα των Μαύρων Πετρών στην περιοχή Στρατονίκης με διαθέσιμο αποθεματικό δυναμικό 2,12 εκατ. τόννων μικτού θειούχου μεταλλεύματος και περιεκτικότητες 7,62% Pb, 10,25% Zn, 179g/t Ag. Η τρέχουσα εξορυκτική παραγωγή του μεταλλείου ανέρχεται περίπου σε 200.000 τόννους ενώ στο εργοστάσιο εμπλουτισμού Στρατωνίου, παράγονται ετησίως 25.300 τόννοι αργυρούχου συμπυκνώματος μολύβδου (γαληνίτη) και 42.100 τόννοι συμπυκνώματος ψευδαργύρου (σφαλερίτη) οι οποίοι στο σύνολό τους πωλούνται σε μεταλλουργίες του εξωτερικού. Με την ενδεχόμενη επέκταση της εξορυκτικής δραστηριότητας στο μεταλλείο Ολυμπιάδας και τον εντοπισμό νέων αποθεμάτων μικτών θειούχων στην περιοχή Πιάβιτσας εκτιμάται ότι τα προϊόντα που θα προκύψουν σε όλη την διάρκεια της παραγωγικής εκμετάλλευσης θα ξεπεράσουν τους 920.000 τόννους συμπυκνώματος μολύβδου, 1.560.000 τόννους συμπυκνώματος ψευδαργύρου και 350.000 τόννους χρυσοφόρου συμπυκνώματος σιδηροπυρίτη / αρσενοπυρίτη.
Πέρα της ΒΑ Χαλκιδικής, κοιτασματολογικές έρευνες του ΙΓΜΕ σε άλλες περιοχές της χώρας, όπως στους Μολάους (Λακωνίας), στο Πολυκάστρο (Κιλκίς), στις Θέρμες (Ξάνθης) και Αισύμης (Έβρου), εντόπισαν πρόσθετο αποθεματικό δυναμικό 1.500.000 τόννων Pb+Zn και 515 τόννων Ag, γεγονός που διασφαλίζει την κοιτασματολογική βιωσιμότητα και καθιστά την παραγωγική εκμετάλλευση μικτών θειούχων βασικών μετάλλων στρατηγικής σημασίας για την χώρα.
Χαλκός-Cu (Au)
Οικονομικές συγκεντρώσεις χαλκού στην Ελλάδα εντοπίζονται στα κοιτάσματα πορφυρικού τύπου που πολύ συχνά συνοδεύονται και από υψηλές περιεκτικότητες χρυσού. Στην περιοχή Σκουριών της ΒΑ Χαλκιδικής έχουν εντοπισθεί εκμεταλλεύσιμα αποθέματα 153,6 εκ. τόννων. με μέση περιεκτικότητα 0,89 g/t Au, 0,56% Cu και 2 gr/tn Ag, από τα οποία προβλέπεται να παραχθούν καθ’ όλη τη διάρκεια της εκμετάλλευσης περίπου 2.500.000 τόννοι συμπυκνώματος χαλκού-χρυσού.
Ανάλογου τύπου μεταλλοφορίες απαντώνται στις περιοχές Βάθης, Γερακαριού, Μυλοχωρίου και Ποντοκερασιάς του Κιλκίς, και Φισώκας της ΒΑ Χαλκιδικής. Το συνολικό παραγωγικό δυναμικό στις Σκουριές ανέρχεται σε
161 τόννους Au και 1.043.000 τόννους Cu, ενώ ο εντοπισμός δυναμικών αποθεμάτων 300.000 τόννων Cu και 40 τόννων Au στην περιοχή Ποντοκερασιάς αποτελεί κοιτασματολογικό στόχο έργου ερευνητικών γεωτρήσεων που θα υλοποιήσει το ΙΓΜΕ στο πλαίσιο του ΕΣΠΑ στην επόμενη τριετία.
Χρυσός- Au
Τα συνολικά βεβαιωμένα αποθέματα χρυσού στην Ελλάδα ανέρχονται περίπου σε 396 τόννους που αναφέρονται και εντοπίζονται στους παρακάτω μεταλλογενετικούς τύπους.
• Μεσοθερμικός/Πολυμεταλλικός χρυσός με 143 τόννους που περιέχονται μαζί με Pb, Zn και Ag στα μικτά θειούχα μεταλλεύματα Ολυμπιάδας Χαλκιδικής.
• Πορφυρικός χρυσός με 161 τόννους που συνθέτουν μαζί με τον χαλκό το μεταλλικό περιεχόμενο του κοιτάσματος Σκουριών.
• Επιθερμικός χρυσός με τους 92 τόννους που μετρήθηκαν να αποτελούν μοναδικό οικονομικό στόχο των κοιτασμάτων Σαππών, Ροδόπης και Περάματος, Έβρου.
• Υπεργενετικός/Λειμωνιτικός χρυσός που με περιεκτικότητες περίπου 17 γρ/τόνο Au εμπλουτίζεται και φιλοξενείται σε σιδηρούχες ζώνες οξείδωσης περιοχών του ορεινού όγκου Αγκίστρου και αποτελεί νέο δυναμικό κοιτασματολογικό στόχο του ΙΓΜΕ στο πλαίσιο του ΕΣΠΑ, για τον εντοπισμό γεωλογικών αποθεμάτων 5 εκ. τόννων με περιεχόμενο χρυσό 20 τόννους περίπου.
• Προσχωσιγενής χρυσός που φιλοξενείται σε προσχωσιγενείς αποθέσεις ποτάμιων ιζημάτων με υπολογισμένο κοιτασματολογικό δυναμικό 6,5 τόννων Au, με βάση έρευνες του ΙΓΜΕ, στις περιοχές Φιλιούρη ποταμού (Ροδόπης), Γαλλικού ποταμού (Κιλκίς) και Νιγρίτας (Σερρών).
Η ανάκτηση του πολυμεταλλικού και του πορφυρικού χρυσού θα γίνεται με την πυρομεταλλουργική μέθοδο της ακαριαίας τήξης (flash smelting), που είναι κατάλληλη και χρησιμοποιείται μέχρι σήμερα διεθνώς μόνο για την παραγωγή χαλκού, ενώ του επιθερμικού χρυσού θα γίνεται με τη μέθοδο της κυάνωσης.
Το μεταλλογενετικό περιβάλλον στην Β. Ελλάδα είναι ιδιαίτερα ευνοϊκό για τον σχηματισμό εκμεταλλεύσιμων κοιτασμάτων μεταλλικών ορυκτών. Ειδικότερα ο συνδυασμός πολυμεταλλικών / πορφυρικών / επιθερμικών τύπων που παράγει διαμορφώνει κατάλληλες συνθήκες για τον εντοπισμό πλούσιων και δυναμικών κοιτασμάτων χρυσού. Ο χρυσός αποτελεί στρατηγικής σημασίας ΟΠΥ για την βιώσιμη ανάπτυξη της χώρας και παραμένει στις προτεραιότητες κοιτασματολογικής έρευνας του ΙΓΜΕ στα επόμενα χρόνια.
Μαγγάνιο- Mn
Οι μεταλλοφορίες μαγγανίου είναι αποτέλεσμα διεργασιών οξείδωσης συγκεκριμένων θειούχων ορυκτών και πετρωμάτων. Με βάση κοιτασματολογικές έρευνες και γεωτρήσεις του ΙΓΜΕ προκύπτει σχετικά περιορισμένο μεταλλευτικό δυναμικό σε περιοχές της Δράμας, όπου στο παρελθόν υπήρξε εκτεταμένη μεταλλευτική παραγωγή πυρολουσιτικού μαγγανίου battery grade, και της Χαλκιδικής, όπου στην Βαρβάρα εντοπίσθηκαν 2.000.000 τόννοι με 24-29 % MnO2, 7,3 γρ/τόννο Ag, 1,4 γρ/τόννο Au. Το τελευταίο μπορεί κάτω από συγκεκριμένες προϋποθέσεις να αποτελέσει στόχο παραγωγικού ενδιαφέροντος.
Αναδημοσίευση απο το greenminerals.blogspot.com
Σχόλια