Τετάρτη 31 Αυγούστου 2011

ΟΡΥΚΤΟΣ ΠΛΟΥΤΟΣ-ΑΛΗΘΕΙΕΣ ΚΑΙ ΨΕΜΑΤΑ (Α΄ΜΕΡΟΣ)


Του Νίκου Γεωργακάκη

Δεν είμαστε "Ελντοράντο", αλλά, συγκρινόμενη με τις υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης, η Ελλάδα είναι μια "ευλογημένη" χώρα

ΜΕΡΟΣ Α'

Δεδομένα. Έχουμε ορυκτό πλούτο και ποιον;

Σε άρθρο του με τίτλο "Πατριωτισμός δεν είναι μόνο να θέλεις...", ο φίλος δημοσιογράφος της "Αυγής" Δημήτρης Χρήστου άνοιξε το θέμα του μοντέλου ανάπτυξης, που, παρά τη σπουδαιότητά του, παρά το γεγονός ότι βρίσκεται στην ημερήσια διάταξη, το έχουμε υποτιμήσει. Όσοι από τον αριστερό χώρο ασχολούμαστε με την οικονομική πολιτική και ασκούμε αυστηρή κριτική για το μοντέλο ανάπτυξης που έχουν διαμορφώσει διαχρονικά μέχρι σήμερα οι κυβερνήσεις μας, εισπράττουμε μονίμως και όχι άδικα το ερώτημα: Καλά, κι εσείς τι προτείνετε;


Πρέπει να παραδεχτούμε ότι έχει βάση η κριτική αυτή, γιατί και στο πρόγραμμα που διαμόρφωσε ο ΣΥΝ (Φεβρουάριος 2009) το θέμα του μοντέλου ανάπτυξης εμφανίζει κενά. Οι προβληματισμοί του Δ.Χ. πρέπει λοιπόν να έχουν συνέχεια και θεωρώ ότι το άρθρο μου αυτό δίνει κατά κάποιο τρόπο μία τέτοια συνέχεια αν και καταπιάνεται με ένα συγκεκριμένο θέμα. Το θέμα του ορυκτού πλούτου και κατά πόσον αυτός μπορεί να συμβάλλει στην ανάπτυξη της χώρας. Γύρω από τον ορυκτό πλούτο, που δεν μπορεί να αγνοηθεί στη συζήτηση για την ανάπτυξη της χώρας, διεξάγεται πλούσια συζήτηση και είναι σημαντικό να υπάρχει αντικειμενική εικόνα για αυτόν.

Σε αρκετά μέσα ενημέρωσης δίνεται η εικόνα ότι διαθέτουμε τεράστιο ορυκτό πλούτο, τόσο πετρέλαια όσο και άλλο ορυκτό πλούτο. Είναι όμως ορθή αυτή η εντύπωση;

Η χώρα μας, όπως είναι γνωστό, από αρχαιοτάτων χρόνων φιλοξενούσε, και σε σημαντικό βαθμό φιλοξενεί ακόμη, αρκετά κοιτάσματα σημαντικών ορυκτών υλών (το άρθρο δεν καταπιάνεται με ενεργειακές ύλες, πετρέλαιο, λιγνίτη κ.λπ.). Σε βιβλία Ιστορίας αλλά και σε εκδόσεις που αναφέρονται στον ορυκτό μας πλούτο (π.χ. Συνδέσμου Μεταλλευτικών Επιχειρήσεων) γίνεται λόγος για μεταλλεία της αρχαιότητας, από τα οποία εξορύσσονταν πρώτες ύλες και στη συνέχεια χρησιμοποιούνταν για την κοπή νομισμάτων, την παραγωγή οικιακών σκευών, γεωργικών εργαλείων, σε αγάλματα, σε πολεμικά αντικείμενα (ασπίδες κ.λπ.).

Αρκετά δεδομένα έχουμε και από την εκμετάλλευση ορυκτών υλών τον 19ο αιώνα (π.χ. στο Λαύριο και αλλού).

Τις τελευταίες δεκαετίες έχει πραγματοποιηθεί συστηματική ερευνητική εργασία, κυρίως από το ΙΓΜΕ και σε κάποιο βαθμό από ιδιώτες, ούτως ώστε να έχουμε, πλέον, αρκετά αντικειμενική εικόνα των δεδομένων του υπάρχοντος ορυκτού πλούτου.

Όμως, παρά τη μακραίωνη εκμετάλλευση ορυκτών πρώτων υλών (ΟΠΥ), ενώ κάποιες ορυκτές ύλες σε ορισμένες περιοχές έχουν εξαντληθεί ή σχεδόν εξαντληθεί, υπάρχουν ακόμη ποσότητές τους που μπορούν να τύχουν εκμετάλλευσης, υπό προϋποθέσεις, για κάποια χρόνια ή ακόμη και για δεκαετίες. Σε αντίθεση με τα πετρέλαια, ο υπόλοιπος ορυκτός πλούτος έχει ερευνηθεί, συστηματικότερα από το ΙΓΜΕ την περίοδο 1976 -1990 και στη συνέχεια, και έχει τύχει εκμετάλλευσης σε σημαντικό βαθμό. Βεβαίως, δεν είναι απίθανο να υπάρχουν κι άλλα άγνωστα ακόμη κοιτάσματά του.



Υφιστάμενα αποθέματα ορυκτών υλών



Τις τελευταίες δεκαετίες οι σημαντικότερες ύλες που έτυχαν εξόρυξης στη χώρα μας ήταν κυρίως ο βωξίτης (παραγωγή αλουμινίου), οι λευκόλιθοι (για πυρίμαχα τούβλα), οι λατερίτες (παραγωγή σιδηρονικελίου), οι χρωμίτες (παραγωγή σιδηροχρωμίου), μάρμαρα, μικτά θειούχα για παραγωγή χαλκού, μολύβδου, κασσιτέρου, ασημιού αλλά και λιπασμάτων, μπεντονίτης, ποζολάνη, κίσσηρις, περλίτης, άστριοι, μάρμαρα.

Με βάση πρόσφατες εκθέσεις που έχουν παρουσιάσει στελέχη του ΙΓΜΕ αλλά και ο υφυπουργός Μανιάτης, επιβεβαιώνεται η παραπάνω αναφορά μας, ότι δηλαδή υφίσταται ακόμη αρκετός ορυκτός πλούτος, χωρίς όμως, εκτός περιπτώσεων, να είναι δυνατή μία επακριβής αξιολόγησή του.

Επίσης ο γενικός διευθυντής ΙΓΜΕ έχει επανειλημμένα κάνει λόγο για τις λεγόμενες σπάνιες γαίες που φιλοξενούνται στο υπέδαφός μας, ενώ ιδιαίτερο ενδιαφέρον εμφανίζει η χώρα μας και σε βολλαστονίτες, ζεόλιθους, τάλκη, χαλαζίες, φυσικό ανθρακικό ασβέστιο κ.ά.

Ο κ. Νικόλαος Αρβανιτίδης, δρ οικονομικός γεωλόγος του ΙΓΜΕ, έχει αναφέρει σε άρθρα του ότι η μεταλλευτική αξία των βεβαιωμένων αποθεμάτων νικελίου, ψευδαργύρου, μολύβδου, χαλκού, χρυσού και αργύρου στη Μακεδονία και τη Θράκη, με βάση τις τρέχουσες τιμές των μετάλλων, ανέρχεται περίπου σε 20 δισ. ευρώ.

Δεν γνωρίζω τη μεθοδολογία της προαναφερθείσας αποτίμησης της μεταλλευτικής αξίας των εναπομεινάντων κοιτασμάτων, όμως, με βάση τα υπάρχοντα δεδομένα, οι προσδοκίες για μελλοντικά έσοδα αφορούν πράγματι την αξιοποίηση του χρυσού, αργύρου, χαλκού και πολύ λιγότερο άλλων μετάλλων. Πρέπει να λάβει όμως κάποιος υπόψη ότι η όποια προσέγγιση της αξίας των εναπομεινάντων κοιτασμάτων ορυκτών πόρων υπακούει σε μεταβαλλόμενα δεδομένα και έτσι μπορεί να αποτιμηθεί για μία πολύ συγκεκριμένη στιγμή. Για παράδειγμα, η αξία του χρυσού, που το 2000 ήταν 280 δολάρια η ουγγιά, εκτιμάται ότι στα τέλη 2011 θα έχει σκαρφαλώσει στα 2.500 δολ./ουγγιά. Ένας ακόμη παράγοντας είναι η τεχνολογική εξέλιξη, που δίνει τη δυνατότητα ένα κοίτασμα μεταλλεύματος που δεν αξιοποιούνταν χθες να είναι οικονομικά εκμεταλλεύσιμο αύριο. Άρα η αποτίμηση της μεταλλευτικής αξίας των εναπομεινάντων κοιτασμάτων θέλει σοβαρή επιστημονική προσέγγιση και αφορά μία συγκεκριμένη περίοδο ή καλύτερα μία συγκεκριμένη χρονική στιγμή, αφού οι αξίες των μεταλλευμάτων είναι χρηματιστηριακές.

Όμως να επισημάνουμε εδώ πως, ανεξαρτήτως αν είναι ακριβής η προαναφερθείσα αξία για κάποια δεδομένη χρονική στιγμή πέρυσι, αυτό που είναι ακόμη δυσκολότερο να εκτιμηθεί είναι ποιο θα είναι το όφελος του Δημοσίου από την αξιοποίηση των εν λόγω κοιτασμάτων, όταν αυτή πραγματοποιηθεί και επομένως η συμβολή στην αποπληρωμή του χρέους που έχει καταστεί επείγον θέμα της οικονομίας σήμερα.



Δεν είμαστε Ελντοράντο

Με βάση τα δεδομένα για τα μεταλλεύματα, που είναι αρκετά, σε αντίθεση με τα πετρέλαια, δεν έχουν βάση, αλλά απέχουν πολύ από την πραγματικότητα, προσεγγίσεις που έχουν παρουσιαστεί από τον Χαρδαβέλλα, από ΛΑΟΣ και άλλους, που εκτιμούν ότι έχουμε τόσο πλούτο που μπορούμε μάλιστα να ξεχρεώσουμε πολλαπλώς το ελληνικό χρέος. Η αντικειμενική εκτίμηση, με βάση τα δεδομένα των αρμόδιων φορέων (π.χ. ΙΓΜΕ) και ειδικών στα πετρέλαια (αρθρογραφία Δ. Μπαμπασίκα στην "Αυγή"), είναι πως η Ελλάδα δεν είναι γενικώς Ελντοράντο ούτε σε πετρέλαια ούτε σε μεταλλεύματα, με την επισήμανση ότι στα πετρέλαια η έρευνα είναι αρκετά πιο καθυστερημένη.

Όμως, όσον αφορά τον ορυκτό, μη ενεργειακό πλούτο, τα πράγματα είναι πιο σαφή, γνωρίζουμε με σχετική ακρίβεια τι μπορούμε να περιμένουμε. Είναι ο αναξιοποίητος ορυκτός πλούτος σε Χαλκιδική και Έβρο (χρυσός, άργυρος κ.λπ.) και τα κοιτάσματα που ήδη τυχαίνουν εκμετάλλευσης (π.χ. βωξίτες, νικέλια, μάρμαρα, βιομηχανικά ορυκτά) ώς την οριστική ολοκλήρωση της εξόρυξής τους.

Βεβαίως υπάρχουν και κοιτάσματα (π.χ. χρωμιτών) που, κάτω από ορισμένες οικονομικές και πολιτικές συγκυρίες (π.χ. το 1990), εγκαταλείφθηκε η εκμετάλλευσή τους, δεν αποκλείεται όμως, κάποια στιγμή, να επανεκτιμηθεί η δυνατότητα επανεκκίνησης της αξιοποίησης αυτών των κοιτασμάτων. Όμως αυτό προϋποθέτει πολιτική βούληση και σχεδιασμό ώστε να εκτιμηθεί αν είναι ρεαλιστική μια τέτοια εκμετάλλευση.

Για τέτοιου είδους εγκαταλελειμμένα κοιτάσματα επιβάλλεται ολοκληρωμένος σχεδιασμός και πιθανώς επανενεργοποίηση κάποιου δημόσιου φορέα με δεδομένο ότι, άλλωστε, εδώ και δύο δεκαετίες, εκτός εξαιρέσεων, δεν έχει φανεί ενδιαφέρον από ιδιωτικούς φορείς.

Βεβαίως, αν συγκρίνουμε την Ελλάδα με τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, θα μπορούσαμε να πούμε ότι είμαστε μια "ευλογημένη" χώρα της Ευρώπης, όμως δεν έχει νόημα να δίνεται μια πλασματική εικόνα με βάση φαντασιώσεις και όχι με βάση τα πραγματικά δεδομένα.

Συνοψίζοντας, το ελληνικό υπέδαφος φιλοξενούσε και φιλοξενεί ακόμη αρκετά μεταλλεύματα, και μάλιστα σε σημαντικές ποσότητες, αν βέβαια ως βαθμό συγκρίσεως πάρουμε τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες και όχι φυσικά χώρες της Αφρικής ή της Λατινικής Αμερικής όπου υπάρχουν πολύ μεγαλύτερες μη συγκρίσιμες ποσότητες.



Δυνατότητες συμβολής του ορυκτού πλούτου στην περιφερειακή και γενικότερη ανάπτυξη

Το θέμα βεβαίως του ορυκτού πλούτου δεν μπορούμε να το προσεγγίσουμε μόνο στις ποσοτικές διαστάσεις του, με το να εκτιμήσουμε δηλαδή αν και πόσος υπάρχει. Το ερώτημα τι σημαίνει αυτός ο πλούτος για τη χώρα μας, πόσος και με ποια κριτήρια και προϋποθέσεις μπορεί να αξιοποιηθεί, είναι πολύ βασικό θέμα, για το οποίο όμως θα αναφερθούμε παρακάτω. Θα αναφέρουμε όμως εδώ κάποιες παραμέτρους για τις οποίες υπάρχει ασαφής εικόνα. Να κατανοηθούν δηλαδή οι δυνατότητες που παρέχει ο ορυκτός πλούτος στην ανάπτυξη, σε σχέση με τις αδυναμίες του υφισταμένου μοντέλου με τα χαρακτηριστικά της αποβιομηχάνισης και γενικότερα της παραγωγικής αποδιάρθρωσης της χώρας μας.



Ποιες είναι λοιπόν οι δυνατότητες συμβολής του ορυκτού πλούτου στην ανάπτυξη;

O ορυκτός πλούτος:

* Τροφοδοτεί με τα απαραίτητα υλικά-πρώτες ύλες μια σειρά από σημαντικούς κλάδους, όπως της παραγωγής ενέργειας, της τσιμεντοβιομηχανίας, των κατασκευών, της βιομηχανίας αλουμινίου κ.λπ.

* Ο ορυκτός πλούτος έχει μεγάλη σημασία στην περιφερειακή ανάπτυξη γιατί βρίσκεται σε όλη την επικράτεια και όχι συγκεντρωμένος στα αστικά κέντρα. Αλλού βρίσκονται οι λιγνίτες, αλλού το νικέλιο, οι βωξίτες, τα μάρμαρα, ο χρωμίτης, το πετρέλαιο, τα βιομηχανικά ορυκτά κ.λπ. Μπορεί λοιπόν να βοηθήσει συνολικά στην περιφερειακή ανάπτυξη.

* Η εξορυκτική δραστηριότητα είναι ελάχιστα ενεργοβόρος.

* Συμβάλλει σημαντικά στην απασχόληση είτε άμεσα (στα μεταλλεία όπου η απασχόληση κινείται για δεκαετίες πάνω από 20.000) είτε έμμεσα στην βιομηχανία και τις κατασκευές (απασχόληση εκατοντάδων χιλιάδων εργαζομένων).

* Συμβάλλει σε σημαντικό βαθμό στην εξαγωγική δραστηριότητα. Έχει έντονο εξωστρεφή χαρακτήρα, αφού οι εξαγωγές αντιπροσωπεύουν πάνω από το 65% των πωλήσεών του, κατέχοντας ηγετικές θέσεις στην ευρωπαϊκή αλλά και στην παγκόσμια αγορά, ενώ η μεγάλη εμπειρία και η προηγμένη τεχνολογία των ελληνικών μεταλλευτικών-εξορυκτικών επιχειρήσεων έχει οδηγήσει αρκετές από αυτές στην επέκταση της παραγωγικής τους δραστηριότητας και εκτός Ελλάδας, από Αμερική μέχρι Ασία.

* Τα μεταλλεία στην πλειοψηφία τους βρίσκονται σε ορεινές και μεσογειακές περιοχές.

* Τα μεταλλεία δεν μεταναστεύουν (από τη φύση τους) σε αναζήτηση φτηνού εργατικού δυναμικού, όπως γίνεται με άλλες επιχειρήσεις.

* Η ύπαρξη μιας δυνατής μεταλλευτικής επιχείρησης μπορεί να λειτουργήσει σαν συντελεστής ασφάλειας και αναζωογόνησης του περι-αστικού και δασικού τοπίου.

* Η αξιοποίηση παλαιών μεταλλευτικών εγκαταστάσεων (Λαύριο, Λιγνιτωρυχείο Αλιβερίου, περιοχή Κακάβου Εύβοιας) μπορούν να δημιουργήσουν πόλους έλξης και αξιόλογης επιχειρηματικής δραστηριότητας στον τομέα αναψυχής και θεματικού τουρισμού.

Αναδημοσίευση απο την www.avgi.gr

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Επειδή είναι άκρως προβλέψιμη η υψηλή κριτική που θα ασκηθεί απο την πλευρά της στείρας άρνησης... Ρωτήσαμε και μάθάμε... Ο κος Γεωργακάκης δεν ανήκει στο pay roll της E.X.... Ακολουθεί το Β΄Μέρος.