Δευτέρα 11 Απριλίου 2016

Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΗΣ ΧΡΥΣΟΥ, ΜΟΛΥΒΔΟΥ, ΑΡΓΥΡΟΥ ΚΑΙ ΧΑΛΚΟΥ ΣΤΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ ΚΑΙ ΤΗ ΘΡΑΚΗ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ


Του Μιχάλη Βαβελίδη Καθηγητή Γεωλογίας ΑΠΘ*

Σύμφωνα με τις ιστορικές πηγές και τις μέχρι τώρα αρχαιολογικές και αρχαιομετρικές έρευνες, ο χαλκός, ο χρυσός, ο άργυρος και ο μόλυβδος είναι από τα πρώτα μέταλλα που χρησιμοποίησε ο άνθρωπος.

Μεταλλουργικές δραστηριότητες στη Μακεδονία και Θράκη έχουμε ήδη από τη Νεολιθική Εποχή. Τα πρωιμότερα κυρίως χάλκινα αντικείμενα βρέθηκαν σε ανασκαφές στους Σιταγρούς (Φάση ΙΙ 5200- 4600 π.Χ.) και στο Ντικιλί Τας (5300-4500 π.Χ.). 

Στη φάση ΙΙΙ των Σιταγρών (4600-3500 π.Χ.), στο Ντικιλί Τας (3200-2000 π.Χ.) και στη Σκάλα Σωτήρος της Θάσου (2300 π.Χ.) βρέθηκαν εκτός από χάλκινα και χρυσά αντικείμενα. Την εποχή αυτή γινόταν εκμετάλλευση των τοπικών πηγών για την κάλυψη προσωπικών κυρίως αναγκών.

Αντίθετα, ο εντυπωσιακά μεγάλος αριθμός χρυσών, αργυρών, μολύβδινων και χάλκινων αντικειμένων που βρίσκονται ιδιαίτερα στα νεκροταφεία της αρχαϊκής, κλασικής και ελληνιστικής εποχής στη Μακεδονία και Θράκη, προϋποθέτει μια οργανωμένη και ανεπτυγμένη μεταλλευτική και μεταλλουργική δραστηριότητα.

Τα σημαντικότερα μεταλλευτικά κέντρα στην Ελλάδα κατά την αρχαιότητα βρίσκονται στο Λαύριο, στη ΒΑ Χαλκιδική, στη Θάσο, στην οροσειρά της Λεκάνης (Σκαπτή Ύλη), στο όρος Παγγαίο και στη Σίφνο.

Κατά την αρχαιότητα η κατοχή μεταλλείων, ιδιαίτερα χρυσού, ήταν σύμβολο δύναμης, πλούτου και εξουσίας και απετέλεσε σε πολλές περιπτώσεις αντικείμενο λατρείας αλλά και πολέμου. 

Χαρακτηριστικό παράδειγμα για το τελευταίο είναι η εκστρατεία των Ελλήνων στην Τροία, η οποία οργανώνεται σε μια περίοδο κατά την οποία τα μυκηναϊκά βασίλεια γνωρίζουν οικονομική ύφεση εξαιτίας της έλλειψης του χρυσού. 

Ο Ηρόδοτος (Ιστορ. VI, 46-47) και ο Θουκυδίδης (Ι,100,2) αναφέρουν ότι ο σημαντικότερος παράγοντας του πλούτου και της ανάπτυξης της Θάσου ήταν «η πρόσοδος από τα μεταλλεία»

Ο Διόδωρος Σικελιώτης (XVI,8.6 ) αναφέρει ότι: «Ύστερα ήρθε ο Φίλιππος Β΄ στην πόλη Κρηνίδες την οποία αύξησε σε πληθυσμό και τη μετονόμασε σε Φιλίππους και τα μεταλλεία χρυσού που ήταν εκεί λιτά και άδοξα, έφτιαξε καινούρια, ώστε να μπορεί να έχει προσόδους πάνω από 1000 τάλαντα ετησίως»

Οι ποσότητες αυτές ήταν σημαντικές για τη δύναμη του Μακεδονικού βασιλείου και πιστεύουμε αρκετές για να κατακλύσουν την τότε αγορά με χρυσό νόμισμα υψηλότερης καθαρότητας (996 χιλιοστά), το ονομαζόμενο «φιλίππειον» και να εκτοπίσουν έτσι το περσικό «δαρικό».

Δυτικά των μεταλλευτικών κέντρων της Νεάπολης (Καβάλα) και των Φιλίππων βρίσκεται το όρος Παγγαίο, το οποίο ήταν φημισμένο κατά την αρχαιότητα για τα κοιτάσματα χρυσού και αργύρου που υπήρχαν σε αυτό. 

Η εκμετάλλευση χρυσού και αργύρου στο όρος Παγγαίο είναι γνωστή από πληθώρα αρχαίων και μεταγενέστερων συγγραφέων. 

Ο μύθος αναφέρει ότι ο βασιλιάς των Θηβών Κάδμος ήταν ο πρώτος ο οποίος ίδρυσε μεταλλεία χρυσού στο Παγγαίο καθώς και τον πλούσιο βασιλιά της περιοχής Ρήσο ο οποίος πήγε στην Τροία με χρυσή πανοπλία τα «χρύσεια πελώρια».

Το δεύτερο σε μέγεθος και έκταση (μετά το Λαύριο) μεταλλευτικό κέντρο στον ελλαδικό χώρο αποτελεί, σύμφωνα με τις έρευνές μας, το βορειοανατολικό τμήμα της χερσονήσου της Χαλκιδικής. 

Τα μεταλλεύματα εδώ είναι πλούσια σε χρυσό, άργυρο-μόλυβδο και χαλκό. 

Στις περιοχές Μεταγγίτσι, Μαύρες Πέτρες, Ολυμπιάδα (Αρχαία Στάγειρα) έχουμε ίχνη των αρχαιότερων εκμεταλλεύσεων χρυσού στην Χαλκιδική, οι οποίες χρονολογούνται πιθανώς από την προϊστορική εποχή. 

Οι έρευνες δείχνουν ότι στην περιοχή έχουμε συνεχή εκμετάλλευση μολύβδου-αργύρου τουλάχιστον από τον 7 ο π.Χ. αιώνα, χρονολογία ίδρυσης των αρχαίων Σταγείρων από αποίκους της νήσου Άνδρου.

Τα κοιτάσματα χρυσού εκμεταλλεύτηκαν και κατά τους Νεότερους χρόνους. Ένα παράδειγμα νεότερης εκμετάλλευσης χρυσού αποτελεί ο Γαλλικός ποταμός (αρχαία ονομασία Εχέδωρος, δηλαδή ο έχων ή ο φέρων δώρα). Η συνολική παραγωγή στο Γαλλικό ποταμό από το 1953 έως το 1960 ανήλθε στα 1.355 κιλά.

Από τις αρχές του 20ου αιώνα, στρατηγικής σημασίας και αναμφισβήτητα πλουτοπαραγωγικές μονάδες εθνικής σημασίας αποτέλεσαν και τα μεταλλεύματα χρωμίου, σιδήρου, μαγγανίου και ιδιαίτερα βωξίτη και σιδηρονικελίου.

*Τα στοιχεία του κειμένου είναι από την Επιστημονική Ημερίδα «Η Συμβολή του Ορυκτού Πλούτου της Βόρειας Ελλάδας στην Ανάπτυξη της Εθνικής Οικονομίας», 12/03/2011, Τελλόγλειο Ίδρυμα Τεχνών Α.Π.Θ., Θεσσαλονίκη. Συνδιοργάνωση: Τμήμα Γεωλογίας Α.Π.Θ., Επιτροπή Οικονομικής Γεωλογίας, Ορυκτολογίας και Γεωχημείας της Ελληνικής Γεωλογικής Εταιρίας

Αναδημοσίευση από hellas-gold