ΜΕΤΑΛΛΕΥΤΙΚΗ ΠΕΡΙΗΓΗΣΗ: ΜΙΑ ΣΟΒΑΡΗ ΠΡΟΤΑΣΗ ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΟΥ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ
Στις περιοχές με παρόν αλλά και παρελθόν στη μεταλλευτική
δραστηριότητα, όπου η μεταλλευτική κουλτούρα είναι ακόμη σε ορατή ή λανθάνουσα
μορφή, η «μεταλλευτική περιήγηση» μπορεί να αποτελέσει ένα είδος «εναλλακτικού
τουρισμού» σαν απάντηση στο καθιερωμένο αλλά βλαπτικό πρότυπο του παθητικού
μαζικού τουρισμού.
Η μεταλλευτική περιήγηση, μπορεί λειτουργήσει ως ένα είδος
εναλλακτικού ή συμπληρωματικού βιώσιμου τουρισμού (όπως πχ. ο οικοτουρισμός ή
αγροτουρισμός), ένα περιβαλλοντικά υπεύθυνο «ταξίδι», που ενθαρρύνει τη
διατήρηση της φύσης και της παράδοσης, έχει μικρές επιπτώσεις στο περιβάλλον
και εμπλέκει θετικά τους τοπικούς πληθυσμούς και την μεταλλευτική ιστορία του
εκάστοτε τόπου.
Η μεταλλευτική περιήγηση όπου έχει εφαρμοστεί με σοβαρότητα
(στις σκανδιναβικές χώρες, την κεντρική Ευρώπη με τα αλατωρυχεία κλπ) είναι
επιτυχημένη, διότι καταφέρνει να εξάρει τη φαντασία και να διεγείρει το
τουριστικό ενδιαφέρον.
Η χρησιμοποίηση της μεταλλευτικής παράδοσης ενός τόπου για
την οργάνωση εναλλακτικού τουρισμού μπορεί να βοηθήσει και το ίδιο το
γενικότερο τουριστικό προϊόν της περιοχής εφόσον ουσιαστικά λειτουργεί ως
διαφοροποίηση του από το κλασικό μαζικό μοντέλο κι ενίσχυση σε περιόδους
κόπωσης του τουριστικού ενδιαφέροντος.
Η προώθηση της μεταλλευτικής περιήγησης
αποτελεί «εκτός έδρας γκολ» για την μεταλλεία προς τον τουρισμό και μάλιστα
αναδεικνύοντας και ενισχύοντας αμφότερες τις δραστηριότητες.
Αποτελεί ίσως έναν μοναδικό τρόπο προσέγγισης, συνύπαρξης
δραστηριοτήτων όταν μιλάμε για εν ενεργεία μεταλλευτικές δραστηριότητες αλλά
και άμβλυνσης του φαινομένου του μαζικού τουρισμού που επιφέρει τέτοιες
κοινωνικο-πολιτισμικές επιπτώσεις που όχι μόνο δεν συμβιβάζονται με τα
χαρακτηριστικά περιοχών με μεταλλευτική δραστηριότητα αλλά σε βάθος χρόνου
ισοπεδώνουν κάθε ιδιαιτερότητα κοινωνική ή πολιτισμική.
Στην Ελλάδα, οι περιοχές του Λαυρίου (μεταλλεία
χρυσού-αργύρου), της Σερίφου (μεταλλεία σιδήρου και αιματηρά γεγονότα του 1916
στο Μεγάλο Λιβάδι), η περιοχή των παλαιών λατομείων του Διονύσου Αττικής
(Αλούλα), της Χαλκιδικής (μεικτά θειούχα, Μαντεμοχώρια) , της Μήλου (ορυχεία
βιομηχανικών ορυκτών, θειωρυχεία, κλπ), της Εύβοιας (Λάρκο, Κάρυστος), της
Φωκίδας (βωξίτης, μεταλλευτικό πάρκο Φωκίδος), της Νάξου (σμύριδα, Μουτσούνα,
Αρχαίοι κούροι), της Θάσου (προϊστορικά λατομεία ώχρας) κλπ., είναι ικανές να αποτελέσουν περιοχές μεταλλευτικής
περιήγησης.
Και πολλές ακόμη περιοχές του Αιγαίου στη Μήλο, στη Λέσβο
(Απολιθωμένο Δάσος), στην Νίσυρο, στην Κρήτη (Χανιά, Ν. Γαύδος), επίσης στην
Ήπειρο (Βίκος-Αώος), στην Πελοπόννησο (πάρκο Χελμού – Βουραϊκού), στην
Χαλκιδική, στα Γρεβενά κ.α., μπορούν να αποτελέσουν σημεία ανάδειξης της
φυσικής γεωλογικής ομορφιάς, φυσικά μνημεία του τόπου αλλά και της
ανθρωπότητας.
Ηδη ορισμένες από αυτές έχουν συμπεριληφθεί στα Ευρωπαϊκό Δίκτυο
Γεωπάρκων:το Απολιθωμένο Δάσος Λέσβου (2000), το Φυσικό Πάρκο Ψηλορείτη (2001),
το Εθνικό Πάρκο Χελμού – Βουραϊκού (2009) και η περιοχή του Εθνικού Δρυμού
Βίκου – Αώου (2010).
Είναι ελπιδοφόρο ότι το ΥΠΕΚΑ στον Ν.3937/2011 (ΦΕΚ Α 60)
“Διατήρηση της βιοποικιλότητας και άλλες διατάξεις” (άρθρο 3) συμπεριέλαβε ως
προστατευόμενα τοπία τους γεώτοπους και τα γεωπάρκα, δεδομένης της πλούσιας
γεωλογικής ποικιλότητας της Ελλάδας.
Ηδη το ΙΓΜΕ ολοκλήρωσε στα πλαίσια του Γ
ΚΠΣ (δράση 7.3.1) έργο με στόχο να εντοπιστούν και να αναδειχθούν οι γεώτοποι
στον ελλαδικό χώρο και δημιούργησε Μητρώο Γεωτόπων, για κάθε χρήση αναπτυξιακή,
περιβαλλοντική, τουριστική, εκπαιδευτική, πολιτιστική.
Στα πλαίσια του έργου
έγιναν συγκεκριμένες προτάσεις ανάδειξης και ανάπτυξης γεωδιαδρομών και
δυνητικών γεωπάρκων: δυνητικά πάρκα Βίκου-Αώου, Λαυρεωτικής, Νισύρου για τα
οποία έγινε καταγραφή και αξιολόγηση και ακόμη δημιουργήθηκε υλικό ενημέρωσης,
προβολής, εκπαίδευσης με σκοπό την διάχυση της πληροφορίας αλλά και για
εκπαιδευτικούς σκοπούς.
Το ΙΓΜΕ συνεχίζει το έργο αυτό και στα προγράμματα του
ΕΣΠΑ, http://igmegeoheritage.weebly.com.
Σχόλια