ΜΕΛΕΤΩΝΤΑΣ ΤΗΝ ΑΠΡΟΒΛΕΠΤΗ ΓΗ
Της Εύης Καρκίτη
Ο αναπληρωτής καθηγητής Γεωλογίας στο ΑΠΘ Βασίλης Μέλφος δεν είναι γνωστός μόνο για τις πρωτοποριακές έρευνες και τις μελέτες του. Εδώ και αρκετά χρόνια, με σπάνιο ζήλο, βγάζει την επιστημονική γνώση (και) έξω από τα αμφιθέατρα, αποδεικνύοντάς μας ότι η Γεωλογία είναι ένα συναρπαστικό αντικείμενο. Η συζήτηση μαζί του –ειδικά στην τρέχουσα επικαιρότητα– είναι διαφωτιστική.
Εδώ και αρκετά χρόνια, μέσα από τις δραστηριότητές σας με εκθέσεις, διαλέξεις, εξορμήσεις και ξεναγήσεις, είχαμε την ευκαιρία να διαπιστώσουμε ότι η Γεωλογία, ένα αυστηρά επιστημονικό πεδίο, αποτελεί κι ένα συναρπαστικό αντικείμενο. Είναι εντυπωσιακό ότι τις ομιλίες σας παρακολουθούν εκατοντάδες άτομα. Τι μας αποκαλύπτει η Γεωλογία; Τι την κάνει τόσο ενδιαφέρουσα;
Καμία άλλη επιστήμη εκτός τής
Γεωλογίας δεν μελετά τα μυστικά τής Γης, δηλαδή τα φαινόμενα που έγιναν,
γίνονται και θα γίνουν στον πλανήτη όπου ζούμε. Αυτό προϋποθέτει την κατανόηση
των μηχανισμών που δημιουργούν τα φυσικά φαινόμενα και την καλή γνώση τους.
Έχοντας αυτά τα δύο κριτήρια ως εργαλεία, προσπαθούμε να ερμηνεύσουμε τα
περίπλοκα γεγονότα που συμβαίνουν στο εσωτερικό τής Γης, στον στερεό φλοιό,
στον μανδύα, ακόμη και στον πυρήνα.
Αυτό όμως είναι εξαιρετικά δύσκολο και σύνθετο, επειδή η Γη είναι απρόβλεπτη. Ακολουθεί τους δικούς της νόμους και η εξαίρεση –ή, καλύτερα, η παρέκκλιση– είναι ο κανόνας στη Γεωλογία. Καταλαβαίνετε λοιπόν ότι δεν έχουμε ένα πείραμα, στο οποίο βάζουμε τα δεδομένα και ψάχνουμε να βρούμε το αίτιο με βάση τους νόμους και τις αντιδράσεις.
Στη
Γεωλογία τα δεδομένα και οι συντελεστές είναι αμέτρητοι και πολλές φορές
(μάλλον τις περισσότερες) για το ίδιο φαινόμενο υπάρχουν διαφορετικές
ερμηνείες, κάτι που περιπλέκει ακόμη περισσότερο την κατάσταση.
Όλες οι επιστήμες εμπεριέχουν τη Φιλοσοφία, η Γεωλογία όμως πιο πολύ απ’ όλες, επειδή, μέσω αυτής, κατανοούμε τον χρόνο και τον τόπο στον οποίο ζούμε. Η διάσταση του χρόνου είναι τελείως διαφορετική από αυτήν που αντιλαμβάνονται οι περισσότεροι άνθρωποι. Τα φαινόμενα διαρκούν από μερικές χιλιάδες ώς και πολλά εκατομμύρια χρόνια – οι μελέτες μας βασίζονται στο παρελθόν και προσπαθούν να προβλέψουν το μέλλον.
Η παρατήρηση δεν γίνεται μόνο στο εργαστήριο, γίνεται και στην ύπαιθρο. Αυτό μόνο του κάνει τη Γεωλογία εξαιρετικά ενδιαφέρουσα. Στην ύπαιθρο περνούμε πολλές ώρες, ημέρες, μήνες, χρόνια, παρατηρώντας τα πετρώματα, τα απολιθώματα, τα ρήγματα, τις πτυχώσεις, καλύπτοντας πολύ μεγάλες εκτάσεις.
Συλλέγουμε τα πιο κατάλληλα και
αντιπροσωπευτικά δείγματα και στο εργαστήριο τα μελετούμε με πολυάριθμες
μεθόδους. Εμείς, που ασχολούμαστε με τα πετρώματα, τα ορυκτά και τα κοιτάσματα,
πάντοτε ξεκινούμε από το πολωτικό μικροσκόπιο, όπου μας ανοίγεται διάπλατος ο
πολύχρωμος, αφάνταστος μικρόκοσμος των ορυκτών. Δεν υπάρχουν λόγια, για να
περιγράψουμε τα συναισθήματά μας. Κάθε πέτρωμα στο μικροσκόπιο μοιάζει με
πίνακα του Βαν Γκογκ.
Έχει σημασία για εσάς να υπάρχει διάχυση της γνώσης; Να βγαίνει έξω από τα πανεπιστήμια και τα αμφιθέατρα, κυριολεκτικά έξω στον δρόμο, για να συναντήσει ανθρώπους που μέχρι εκείνη τη στιγμή γνώριζαν ελάχιστα πάνω στα θέματα αυτά;
Υπάρχει μια δυσκολία στο ευρύ
κοινό να κατανοήσει όχι μόνο τα φαινόμενα, αλλά και τους όρους και τις έννοιες
της Γεωλογίας. Ένας σεισμός, μια έκρηξη ηφαιστείου, μια κατολίσθηση
αντιμετωπίζεται ως ένα στιγμιαίο γεγονός που επηρεάζει μια περιοχή. Όμως δεν
είναι έτσι, αφού όλα αυτά τα φαινόμενα συνδέονται αλυσιδωτά με ένα
πολυπλοκότατο σύστημα γεγονότων.
Επίσης, σε πολλά θέματα που σχετίζονται με τη Γεωλογία υπάρχουν παρερμηνείες ή και δοξασίες που δεν έχουν επιστημονική βάση. Πολλές φορές επαναλαμβάνω στους φοιτητές μου: στη Γεωλογία το λογικό δεν είναι πάντοτε επιστημονικά ορθό.
Ως επιστήμονες, καταναλώνουμε άπειρες ώρες στη μελέτη των γεωλογικών φαινομένων, με στόχο τις επιστημονικές δημοσιεύσεις σε διεθνή περιοδικά. Μια διαδικασία ιδιαίτερα επίπονη, αφού προϋποθέτει τη διαδικασία τής κρίσης και της αξιολόγησης. Όμως, έχουμε υποχρέωση να βγούμε και προς την κοινωνία και να φέρουμε τον κόσμο σε επαφή με αυτά τα σπουδαία που μελετούμε – αυτό βέβαια ισχύει για όλες τις επιστήμες, αλλά για τη Γεωλογία ακόμη περισσότερο.
Το Τμήμα Γεωλογίας τού Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης συμμετέχει σε δράσεις των πρυτανικών αρχών, όπως η Φοιτητική Εβδομάδα, οι Κυριακές στο ΑΠΘ, το ΑΠΘ στην πόλη… Το ΑΠΘ στην πόλη περιλαμβάνει ανάπτυξη εργαστηρίων στην πλατεία Αριστοτέλους για ένα Σαββατοκύριακο.
Θυμάμαι την τελευταία φορά που διοργανώθηκε – πήραμε μέρος με
μια συλλογή από εντυπωσιακά ορυκτά και με μικροσκόπια. Εκατοντάδες συμπολίτες
μας έσπευσαν να δουν από κοντά αυτούς τους μικρούς θησαυρούς τής Γης και να
ακούσουν τους φοιτητές μας να εξηγούν και να απαντούν σε ερωτήματα και απορίες.
Μοναδική εμπειρία!
Σ’ αυτήν τη λογική εντάσσεται και η δική μου προσπάθεια εδώ και μερικά χρόνια. Συμμετέχω σε διαλέξεις, περιηγήσεις, γεωλογικές εκδρομές πεδίου και αρθρογραφώ σε περιοδικά, προσπαθώντας με απλά λόγια να φέρω το ευρύ κοινό κοντά στον μοναδικό, μαγικό και θαυμαστό κόσμο των ορυκτών και των πετρωμάτων. Με κατανοητό τρόπο, χωρίς όμως να χάνεται η επιστημονικότητα.
Έχει επίσης μεγάλο ενδιαφέρον ότι
συνδυάζετε διαφορετικά μεταξύ τους πεδία, όπως τη Γεωλογία με την Αρχαιολογία,
αλλά και την Ιστορία. Εμπλουτίζει αυτός ο συνδυασμός τη ματιά σας πάνω στην
επιστήμη σας; Αποτελεί και για εσάς μια περιπέτεια, μια διανοητική περιπέτεια;
Η αγάπη μου για την Ιστορία και
την Αρχαιολογία με οδήγησαν από πολύ νωρίς να στραφώ σ’ αυτές και να προσπαθήσω
να τις «παντρέψω» με τη Γεωλογία. Επειδή η ανάπτυξη και η εξέλιξη των
πολιτισμών διαμορφώνονται από τις γεωλογικές συνθήκες, από την προϊστορική
περίοδο ώς σήμερα. Αυτό το έχουν κατανοήσει και πολλοί αρχαιολόγοι, που
αναζητούν τη συνδρομή των γεωλόγων για την επίλυση αρχαιολογικών ερωτημάτων που
προκύπτουν σε κάθε ανασκαφή.
Αρχαίοι σεισμοί, πλημμύρες, τεχνικά έργα, πρώτες ύλες, σπήλαια, κλιματικές συνθήκες, μαγνητισμός τής Γης, μεταβολή τής γεωμορφολογίας, αλλά και αναζήτηση αρχαιοτήτων με γεωφυσικές μεθόδους ή προσδιορισμός των παραγόντων φθοράς των μνημείων με ορυκτολογικές και γεωχημικές μεθόδους είναι μερικά από τα αντικείμενα που καλούμαστε εμείς, οι γεωλόγοι, να μελετήσουμε σε συνεργασία με τους αρχαιολόγους.
Είναι μια
μαγευτική διαδικασία: θα πρέπει να δώσεις πειστικές εξηγήσεις, κατανοητές από
τους αρχαιολόγους, οι οποίες θα προκύψουν από διεξοδικές συζητήσεις και
ανταλλαγή απόψεων. Επίσης, οι προσεγγίσεις μας γίνονται πιο ανθρωποκεντρικές,
κάτι που λείπει από τους περισσότερους κλάδους τής Γεωλογίας, αφού η παρουσία
τού ανθρώπου στη Γη μετράει μόλις μερικές εκατοντάδες χιλιάδες χρόνια.
Οι δικές μου μελέτες σχετίζονται με τον προσδιορισμό των πηγών, από τις οποίες προέρχονται οι πρώτες ύλες για την κατασκευή λίθινων προϊστορικών εργαλείων, αλλά και μαρμάρινων αντικειμένων, όπως γλυπτά, σαρκοφάγοι και δομικοί λίθοι. Τα εργαλεία μου είναι το μικροσκόπιο και οι γεωχημικές αναλύσεις για ιχνοστοιχεία, σπάνιες γαίες και ισότοπα άνθρακα και οξυγόνου. Και χαίρομαι ιδιαίτερα, όταν τα αποτελέσματά μου γίνονται αποδεκτά από τους αρχαιολόγους και συμφωνούν με τις δικές τους προσεγγίσεις.
Είναι λοιπόν μια πρόκληση αυτή η επιστημονική συνάντηση. Όπως πρόκληση είναι και η συνεργασία μας με επιστήμονες από πολλά διαφορετικά αντικείμενα, όπως η Φυσική, η Βιολογία, η Χημεία, αλλά και οι Πολυτεχνικές και Ιατρικές Επιστήμες. Ο ένας μαθαίνει από τον άλλο και γινόμαστε ακόμη καλύτεροι. Η διεπιστημονικότητα είναι πλέον το ζητούμενο στις έρευνες και τις μελέτες – και όποιος μένει απομονωμένος δεν έχει μέλλον.
Είναι γνωστές οι πρωτοποριακές έρευνές σας για τον πράσινο θεσσαλικό λίθο – πιθανότατα οι περισσότεροι δεν γνωρίζουν ότι ένα από τα βασικά υλικά που συναντάμε στα σημαντικότερα μνημεία τού κόσμου, μνημεία παγκόσμιας κληρονομιάς, εξορυσσόταν λίγο πιο έξω από τη Λάρισα. Πώς φτάσατε σ’ αυτό;
Τυχαία, όπως γίνονται πολλά στη
ζωή μας. Το 1999, σε μία από τις περιηγήσεις που πάντοτε κάνω για να δω τα
πετρώματα και τα ορυκτά μιας περιοχής που επισκέπτομαι, βρέθηκα στη Χασάμπαλη
και έμεινα έκπληκτος από τα ίχνη τής αρχαίας λατόμησης. Η Χασάμπαλη είναι κοντά
στο χωριό Καλοχώρι Συκουρίου, όπου ζουν συγγενείς τής γυναίκας μου, Ιωάννας
Παρλάντζα. Έτσι βρέθηκα εκεί.
Έκτοτε ξεκίνησα τις έρευνές μου, με τη συγγραφή πολλών επιστημονικών δημοσιεύσεων, καθώς και ενός βιβλίου, που εκδόθηκε το 2009 από τον τότε δήμο Νέσσωνος, με πρωτοβουλία τού δημάρχου, κ. Ν. Γερογιάννη, και του αντιδημάρχου, κ. Γ. Έξαρχου, και έγινε η αιτία να ξεκινήσει μια πιο έντονη δημόσια συζήτηση.
Στόχος μου ήταν και είναι να συνδράμω στη διάδοση και δημοσιοποίηση της μοναδικότητας αυτού τού λίθου και των αρχαίων λατομείων απ’ όπου εξορυσσόταν. Είκοσι χρόνια μετά, νομίζω ότι το έχω καταφέρει ώς έναν βαθμό.
Έχουμε κατανοήσει την πολιτιστική σημασία τής Χασάμπαλης, πέρα από τη μεγάλη γεωλογική της αξία;
Το πέτρωμα της Χασάμπαλης είναι
πολύ σπάνιο και ονομάζεται οφιτασβεστίτης. Η ιστορική και πολιτιστική αξία των
αρχαίων λατομείων είναι τεράστια. Από εκεί, ο πράσινος λίθος ταξίδεψε στις πιο
απομακρυσμένες περιοχές τού κόσμου και χρησιμοποιήθηκε σε αμέτρητα μνημεία:
ξεχωρίζουν η επιβλητική έπαυλη του Αδριανού στο Τίβολι της Ρώμης, το μεγαλειώδες
μνημείο τής ορθόδοξης χριστιανικής αρχιτεκτονικής, ο μεγαλοπρεπής ναός τής
Αγίας Σοφίας στην Κωνσταντινούπολη, οι βυζαντινοί ναοί και οι βασιλικές τού 5ου
και 6ου αιώνα μ.Χ. στη Θεσσαλονίκη και στους Φιλίππους, αλλά και όλες οι
βασιλικές τής Ιταλίας με μπαρόκ τεχνοτροπία, όπως στη Ραβέννα, στη Νάπολη, στη
Βενετία και στη Ρώμη, με προεξέχουσα θέση να κατέχουν ο Άγιος Πέτρος στο
Βατικανό και το Πάνθεον.
Σήμερα στη Θεσσαλία είναι αρκετά γνωστό το θέμα τού πράσινου θεσσαλικού λίθου και των αρχαίων λατομείων τής Χασάμπαλης. Το έχουν «αγκαλιάσει» η περιφέρεια Θεσσαλίας, οι δήμοι Λαρισαίων και Τεμπών, η Εφορεία Αρχαιοτήτων και το Διαχρονικό Μουσείο Λάρισας, αλλά και πολλοί φορείς, όπως η Συνέλευση των Πολιτών τής Μεσογείου (Κύκλος Θεσσαλίας).
Μεγάλο ενδιαφέρον έχουν δείξει και σε προσωπικό επίπεδο πολλοί πολίτες,
σωματεία και εκπρόσωποι των παραπάνω φορέων, καθώς και ΜΜΕ τής Λάρισας, με
συνεχή δημοσιεύματα. Στόχος είναι η προστασία και η ανάδειξη των λατομείων και
της ευρύτερης περιοχής.
Όλα αυτά σε τοπικό επίπεδο… Για να γίνει όμως ένα μνημείο γνωστό στο ευρύ κοινό, τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό, θα πρέπει να ενταχθεί στις πολιτικές τού υπουργείου Πολιτισμού. Δεν είναι κρίμα να συμμετέχει κάποιος σε ξεναγήσεις στο εξωτερικό ή να επισκέπτεται ιστοσελίδες στο ίντερνετ και να παρουσιάζεται ο πράσινος θεσσαλικός λίθος από την Λάρισα ως «ένα υπέροχο ιταλικό πέτρωμα», επειδή οι ιταλοί έμποροι της Αναγέννησης του έδωσαν την ονομασία «verde antico»;
Γενικότερα τα ορυκτά και τα πετρώματα αποτελούν, κατά την άποψή σας, κομμάτι τής πολιτιστικής μας κληρονομιάς και ταυτότητας; Μία από τις πλέον επιτυχημένες εκθέσεις στις οποίες συμμετείχατε ήταν εκείνη για τα ορυκτά – «Τα ορυκτά και ο άνθρωπος». Συνδέουμε τα ορυκτά με τον πλούτο κρατών και περιοχών και με την πολιτική, αλλά δεν μπορούμε, ίσως, να κατανοήσουμε τη σημασία τους για την ανθρώπινη ζωή. Χωρίς τα ορυκτά ζούμε;
Τα πάντα γύρω μας είναι Γεωλογία.
Οι ορυκτοί πόροι αποτέλεσαν και αποτελούν αναπόσπαστο μέρος τής εξελικτικής
ιστορίας τού ανθρώπου. Η σχέση τού ανθρώπου με τα ορυκτά και τα πετρώματα
πέρασε από πολλά στάδια, από τη στιγμή που αυτός επεξεργάστηκε την πέτρα για
την κατασκευή των πρώτων εργαλείων, πριν από μερικές εκατοντάδες χιλιάδες
χρόνια, μέχρι την αναζήτηση σπάνιων μετάλλων που χρησιμοποιούνται σήμερα στην
προηγμένη τεχνολογία και την «πράσινη» ενέργεια.
Κινητά τηλέφωνα, φωτοβολταϊκά συστήματα, μπαταρίες λιθίου, καλώδια οπτικών ινών, συνθετικά καύσιμα, ρομποτικά συστήματα αποτελούν ελάχιστα παραδείγματα των σύγχρονων εφαρμογών των μετάλλων.
Σε κάθε συσκευή κινητού που κυκλοφορεί υπάρχουν περισσότερα από 30 μέταλλα, τα μισά από τα οποία είναι πολύ σπάνια. Αυτήν τη στιγμή κυκλοφορούν τουλάχιστον 7,3 δισεκατομμύρια συσκευές κινητών τηλεφώνων σε όλο τον κόσμο, με αυξητική τάση για τα επόμενα λίγα χρόνια.
Είναι όμως και το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο και η μετάβαση στη νέα ενεργειακή εποχή.
Ζούμε έντονες, παγκόσμιες γεωπολιτικές αναταράξεις – και χώρες όπως η Κίνα έχουν αλλάξει το πεδίο των αντιπαραθέσεων. Σ’ αυτό το πεδίο προσπαθεί και η Ευρωπαϊκή Ένωση να βρει τον χώρο της. Η Ελλάδα ίσως θα μπορούσε να παίξει έναν ρόλο, λόγω των θετικών ενδείξεων που υπάρχουν από τις μέχρι τώρα έρευνες στο υπέδαφός της.
Όμως, η διαχείριση από την πολιτεία δεν είναι η ενδεδειγμένη, σε αντίθεση με τη Σουηδία, τη Φινλανδία, τη Δανία ή την Πορτογαλία. Όλα αυτά τα ζητήματα ήθελε να αναδείξει η έκθεση «Τα ορυκτά και ο άνθρωπος», η οποία διοργανώθηκε από το Μουσείο Γουλανδρή Φυσικής Ιστορίας, τον Σύνδεσμο Μεταλλευτικών Επιχειρήσεων και το Αριστοτέλειο Μουσείο Φυσικής Ιστορίας Θεσσαλονίκης το 2019-20.
Ήταν μια έκθεση εξαιρετικού ενδιαφέροντος, με εκπαιδευτικές, εικαστικές και πολιτιστικές προεκτάσεις για όλες τις ηλικίες. Έφερε το ευρύτερο κοινό –και ιδιαίτερα τους μαθητές– κοντά στη χρησιμότητα των υλικών τής Γης στην καθημερινή μας ζωή και τόνισε τη διαχρονική συμβολή τους στην εξέλιξη του ανθρώπινου πολιτισμού. Σε πέντε μήνες λειτουργίας προσέλκυσε περίπου 30.000 επισκέπτες.
Η δική μου
συμμετοχή ήταν να επιλέξω και να εκπαιδεύσω τους φοιτητές μου, που εθελοντικά
έκαναν τις ξεναγήσεις στο κοινό, το οποίο έφευγε εντυπωσιασμένο από αυτά που
μάθαινε. Επίσης, συμμετείχα σε ξεναγήσεις σε συλλόγους και ομάδες πολιτών που
ήθελαν μια πιο εξειδικευμένη γνώση.
Κομμάτι αυτού του πεδίου είναι, βέβαια, και τα μάρμαρα, τα αιώνια μάρμαρα… Στην πραγματικότητα, είναι το πρώτο πράγμα που μας έρχεται στο μυαλό, όταν σκεφτόμαστε τον αρχαίο κόσμο. Είναι έντονο το αποτύπωμά τους στο φαντασιακό – και δικαίως, πιστεύετε;
Παρθενώνας, Δελφοί, θέατρο της Επιδαύρου, Νίκη τής Σαμοθράκης, Αφροδίτη τής Μήλου, Ερμής τού Πραξιτέλους: όλα κατασκευασμένα από το απαράμιλλο, μοναδικό στον κόσμο ελληνικό λευκό μάρμαρο του Αιγαίου.
Τα μάρμαρα από την Πεντέλη, την Πάρο, τη Νάξο και τη Θάσο
ξεχωρίζουν από τα άλλα πετρώματα λόγω του χρώματός τους –ιδιαίτερα του λευκού–,
της ομοιογένειας των συστατικών τους, της λάμψης τους, καθώς και της ευκολίας
κατά την κατεργασία τους.
Το λευκό μάρμαρο ήταν στενά συνδεδεμένο με τις κοινωνικές, θρησκευτικές και οικονομικές εκδηλώσεις τής ζωής των Ελλήνων, ήδη από την προϊστορική περίοδο. Γνωρίζοντας πολύ καλά τα φυσικά και τεχνικά χαρακτηριστικά τού μοναδικού αυτού υλικού, μπορούσαν να εκφράσουν την αρμονία και τις αναλογίες στην αρχιτεκτονική και στη γλυπτική.
Όταν επισκέπτομαι τα αρχαιολογικά μουσεία σε οποιοδήποτε μέρος τού κόσμου, το πρώτο πράγμα που κάνω είναι να βρεθώ στα γλυπτά από λευκό μάρμαρο. Κάθομαι ώρες και παρατηρώ τις λεπτομέρειες του πετρώματος, την τεχνική τής γλυπτικής, τα χαρακτηριστικά τού μαρμάρου.
Πλησιάζω πολύ κοντά, κάτι που προκαλεί την ανησυχία των φυλάκων, που δεν είναι
συνηθισμένοι να βλέπουν τους επισκέπτες σε τόσο κοντινή απόσταση από τα
εκθέματα. Και αμέσως κάνω πίσω, για να μην τους φέρω σε δύσκολη θέση. Καθένας
έχει τις «διαστροφές» του…
Κλείνοντας, θα ήθελα, παρακολουθώντας σας, να μοιραστώ μαζί σας μια σκέψη για τον χρόνο: ο γεωλογικός χρόνος κινείται σχεδόν πέρα από την ανθρώπινη διάνοια και σύλληψη – είναι σαν να σκέφτεται κάποιος το σύμπαν σε σχέση με τη δική μας ύπαρξη. Πόσο έχει επηρεάσει αυτή η διάσταση στην επιστήμη σας τον τρόπο που βλέπετε τα πράγματα;
Πάρα πολύ. Ακολουθήστε με σε μια διαδρομή: η λιθόσφαιρα του ωκεανού τής Τηθύος, πριν από 50 εκατομμύρια χρόνια, έφτανε στα όρια με την ήπειρο της Ροδόπης και βυθιζόταν κάτω απ’ αυτήν. Στη συνέχεια, σε βάθος 150 χιλιομέτρων, έλιωνε και σχηματιζόταν ένα τήγμα που, ως μάγμα, άρχιζε να ανεβαίνει μέσα στον στερεό φλοιό προς την επιφάνεια.
Στα 30
εκατομμύρια χρόνια το μάγμα αυτό άρχισε να στερεοποιείται σε βάθος 5
χιλιομέτρων, σχηματίζοντας έναν γρανίτη. Η άνοδος συνεχιζόταν με μεγάλη
ταχύτητα ώς και τα 1.500 μέτρα, με ταυτόχρονη λειτουργία ενός υδροθερμικού
συστήματος που δημιούργησε ένα κοίτασμα χαλκού. Και πριν από 12 εκατομμύρια
χρόνια ο γρανίτης αυτός έφτασε στην επιφάνεια. Όλα αυτά στη Μαρώνεια της Θράκης
– κάτι σαν ένα ταξίδι Θεσσαλονίκη – Λάρισα – Θεσσαλονίκη.
Για εμάς, τους γεωλόγους στην Ελλάδα, έτσι μετράει ο χρόνος: με εκατομμύρια χρόνια. Στη Βραζιλία, για παράδειγμα, ο γεωλογικός χρόνος μετράει με δισεκατομμύρια χρόνια.
Όταν ήρθε ένας βραζιλιάνος γεωλόγος και περιηγήθηκε στα κοιτάσματα της Ελλάδας με αυτές τις ηλικίες σοκαρίστηκε! Τα νεότερα πετρώματα στη χώρα του έχουν ηλικία 1,1 δισεκατομμύριο χρόνια. Δεν συνεχίζω, επειδή έχουμε ξεφύγει στον χρόνο και, ως γεωλόγος, μπορεί να ξεχαστώ….
Αναδημοσίευση από citymagthess.gr
Σχόλια