Δευτέρα 25 Ιουλίου 2011

ΤΟ ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΡΑΜΥΘΙ ΤΗΣ ΑΕΙΦΟΡΙΑΣ (Α)






Αειφόρος, βιώσιμη ή διατηρήσιμη; Ιδού η απορία

Η «βιώσιμη ανάπτυξη» αποτελεί αντιφατική έννοια, λένε οι «οικολόγοι», αφού υπάρχουν πεπερασμένοι πόροι. Από μια άποψη θα μπορούσαν να είχαν και δίκιο, αν βιώσιμη σήμαινε αειφόρος και ανάπτυξη σήμαινε μεγέθυνση. Αλλά δεν σημαίνουν αυτό. Sustainable σημαίνει διατηρήσιμη (συντηρήσιμη). Και είναι προτιμότερη ερμηνεία (δηλ. πιο φιλόδοξη) από το βιώσιμη, που έχει απλώς την έννοια του ανεκτού, του υποφερτού. Σίγουρα πάντως δεν σημαίνει «αειφόρος». Kαι development δεν σημαίνει κατ’ ανάγκη growth.

Σαφώς η Brundtland το 1987 και οι Σύνεδροι στο Ρίο το 1992, δεν φιλοδοξούσαν να ανακαλύψουν το «αεικίνητο της ανάπτυξης», δηλαδή το ανάλογο ενός Θερμοδυναμικού αξιώματος για την Οικονομία. Να είμαστε ξεκάθαροι: «Αειφορία» για τα πάντα και για πάντα δεν υπάρχει. Ο όρος είναι παντελώς ατυχής.

Δεν υπάρχει πουθενά στο σύμπαν κάτι που ενώ καταναλώνεται, αναπληρώνεται αέναα από μόνο του, εις τον αιώνα τον άπαντα. Βιώσιμη ανάπτυξη όμως, ναι, υπάρχει. Είναι εκείνη που μπορεί να συντηρηθεί διαχρονικά και παραπέμπει σε δυναμική-μεταβαλλόμενη ισορροπία με τρείς συνιστώσες (περιβάλλον-οικονομία-κοινωνία)  κι όχι σε κάποιο θέσφατο. Η βιώσιμη ανάπτυξη είναι δηλαδή σχήμα οξύμωρο, αν θέλετε. Εξ επίτηδες μη σαφές και διαλεκτικό.

Μα τότε δεν υπάρχει κάτι το Απόλυτο, μια Αλήθεια για το Περιβάλλον, θα διαμαρτυρηθούν οι «οικολόγοι». Φυσικά και δεν υπάρχει, όπως δεν υπάρχει για καμιά έκφραση του (κοινωνικού) γίγνεσθαι.    


Πόσο θα διαρκέσουν τα αποθέματα;
 


Τι θα γίνει με τους πεπερασμένους πόρους, σαν τους ορυκτούς; Καταρχάς, η έννοια του ανανεώσιμου και του πεπερασμένου είναι σχετικές. Το μέτρο είναι η ανθρώπινη ζωή/ηλικία (ή μερικές γενεές), αλλά στη γεωλογική ιστορία όλα είναι δυνητικά ανανεώσιμα και πεπερασμένα. Για να μην θεωρητικολογούμε, έστω και με τα ανθρώπινα μέτρα, το πότε θα έρθει το τέλος της ζωής των ορυκτών πόρων, δεν είναι γνωστό. Κι όταν λέμε "ζωή" τη σχετίζουμε με την οικονομική διάστασή της (που αποτελεί τη βάση αντίστοιχης πολιτικής). Η "ζωή" αυτή εξαρτάται από τον εκάστοτε όγκο των εκμεταλλεύσιμων κοιτασμάτων σε σχέση με την κατανάλωσή τους και μεταβάλλεται. Προφανώς αυξάνεται με την αύξηση των παγκόσμιων αποθεμάτων ή/και τη μείωση της κατανάλωσης.

Τα «αποθέματα» αφορούν πόρους εντός του εδάφους, αλλά και πόρους που είναι κυκλοφορούν σε χρήση. Η μεταλλευτική έρευνα και η βελτίωσή της με προηγμένες μεθόδους οδηγεί στην συνεχή ανεύρεση νέων κοιτασμάτων. Τα "κοιτάσματα" αβγατίζουν και ανάλογα με την οικονομικότητα της εκμετάλλευσής τους, που συναρτάται με το επίπεδο των (εγχώριων αλλά κυρίως διεθνών) τιμών, καθώς και με την εφαρμογή νέων μεθόδων εκμετάλλευσης. Από την άλλη, η μείωση της κατανάλωσης η εξοικονόμηση, η αύξηση της απόδοσης και κυρίως η ανακύκλωση, πολλαπλασιάζει τη "ζωή" των ορυκτών πόρων που κυκλοφορούν, δηλαδή αυξάνει τα «αποθέματα».

Η ενσωμάτωση αυτής της λογικής στην αξιοποίηση των ορυκτών πόρων, υποστηρίζεται από τη μεταλλευτική τεχνολογία που εξελίσσεται. Αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα στην αλυσίδα από την έρευνα για πόρους, την παραγωγή και επεξεργασία, μέχρι την κατανάλωση προϊόντων και την ανακύκλωσή τους. Αυτή είναι η συνεισφορά της μεταλλείας στην παρεξηγημένη "βιώσιμη ανάπτυξη". Μεταλλεία και βιομηχανία δεν υπάρχουν από μόνες τους. ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΓΙΑ ΝΑ ΙΚΑΝΟΠΟΙΟΥΝ (ΤΙΣ ΔΙΚΕΣ ΜΑΣ) ΑΝΑΓΚΕΣ. Φυσικά οι ανάγκες αυτές ορίζονται από κοινωνικές επιλογές, δηλαδή περνούν μέσα από την οικονομική βάση και την πολιτική.

Κλασσικό παράδειγμα αποτελεί το πετρέλαιο. Κι αυτό ορυκτός πόρος είναι (ενεργειακός) και δη πεπερασμένος. Τα παγκόσμια "αποθέματα" του πετρελαίου ανεβοκατεβαίνουν ανάλογα με την τιμή του βαρελιού, που όταν είναι υψηλή "αυξάνει" τα εκμεταλλεύσιμα (οικονομικώς συμφέροντα) αποθέματα. Το γεγονός αυτό εξηγεί μεταξύ άλλων τα εξής δύο φαινόμενα:     
α) Τα "αποθέματα" του πετρελαίου να κρατούν ακόμη. Ας θυμηθούμε ότι στην πετρελαϊκή κρίση της δεκαετίας του '70 η ζωή τους εκτιμούνταν σε μερικές δεκαετίες. Αν ήταν έτσι, τότε θα έπρεπε να έχουμε περάσει στην εποχή του Mad Max.
β) Να γίνονται εκμεταλλεύσιμα, κοιτάσματα που παλιότερα ήταν αντιοικονομικά. Ακόμη και σε ειδικές περιπτώσεις, όπως εκείνα της πισσούχας άμμου στον Καναδά.
Να μην λησμονούμε επίσης ότι και το νερό και το έδαφος τελικά είναι πεπερασμένοι πόροι.

Βέβαια κάποιος κυνικός θα επέμενε ότι κάποτε στο μακρινό μέλλον, οι ορυκτοί πόροι αναπόφευκτα θα εξαντληθούν. ‘Ισως νάναι κι έτσι. Ακόμη και τότε, αυτό τοποθετείται πολύ μακριά. Τόσο μακριά σε σχέση με την ανθρώπινη ζωή, ώστε να ακυρώνει αυτή την κουβέντα σήμερα, αφού στηρίζεται σε καθαρά θεωρητική βάση, με τα σημερινά δεδομένα σε μελλοντική προέκταση.
  
(συνεχίζεται)


ΣΚΕΠΤΟΜΕΝΟΣ ΠΟΛΙΤΗΣ