Πέμπτη 8 Οκτωβρίου 2015

ΕΠΕΝΔΥΣΗ ΧΡΥΣΟΥ ΣΤΟ ΔΗΜΟ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ: ΠΩΣ ΘΑ ΠΟΡΕΥΤΕΙ ΑΠΟ ΤΩΡΑ ΚΑΙ ΣΤΟ ΕΞΗΣ Η ΕΠΕΝΔΥΣΗ? ΜΕ ΜΑΤ ΚΑΙ ΣτΕ Ή ΜΕ ΔΙΑΛΟΓΟ ΚΑΙ ΣΥΝΕΝΝΟΗΣΗ?


Του Αθανάσιου Καρίνα Μεταλλειολόγου Μηχανικού - Γεωτεχνικού 

Στο πλαίσιο της συζήτησης στη βουλή για τις προγραμματικές δηλώσεις της κυβέρνησης, ο υπουργός ΠΑΠΕΝ κος Σκουρλέτης δήλωσε σχετικά με τις Σκουριές τα εξής: «Η κυβέρνηση έχει εντολή να προστατεύει το περιβάλλον, να προστατεύει τους εργαζόμενους, τους πολίτες εκείνης της περιοχής και να υπερασπίζεται τη νομιμότητα. Έτσι θα κινηθούμε από ‘δω και μπρος.»

Στο πλαίσιο της ίδιας λογικής, ο ίδιος υπουργός είχε αποφασίσει στις 19 Αυγούστου, μία ημέρα πριν από την προκήρυξη των εκλογών, να ανακαλέσει τις άδειες υλοποίησης των τεχνικών μελετών των μεταλλείων, γεγονός που είχε ως συνέπεια το κλείσιμο των μεταλλείων και τη διαθεσιμότητα 2.000 εργαζομένων σε αυτά.

Η εν λόγω υπουργική απόφαση κρίθηκε από τη δικαιοσύνη και ανακλήθηκε προσωρινά, με την υπ’ αριθμ. 299/2015 απόφαση του ΣτΕ, μέχρι την έκδοση της οριστικής απόφασής του. 

Από την ημερομηνία που έκλεισαν τα μεταλλεία λόγω της απόφασης του υπουργού μέχρι και την ημερομηνία έκδοσης της απόφασης 299/2015 του ΣτΕ και την επαναλειτουργία των μεταλλείων, μεσολάβησαν 44 ημέρες αγώνων των εργαζομένων και αγωνίας των οικογενειών τους για το μέλλον.


Παράλληλα η εν λόγω απόφαση του υπουργού, δεδομένης και της προεκλογικής περιόδου προκάλεσε περαιτέρω εντάσεις στην τοπική κοινωνία, μεταξύ αυτών που δεν συμφωνούν και αυτών που συμφωνούν με την υλοποίηση της επένδυση, ενώ έδωσε την ευκαιρία σε πολιτικούς και πολιτευτές να καπηλευτούν το ζήτημα των Σκουριών.

Η εκρηκτική αυτή κατάσταση εξακολουθεί να υφίσταται και σήμερα δεδομένου ότι επίκειται η οριστική απόφαση του ΣτΕ. Επιπροσθέτως, η επανεκκίνηση των εργασιών στα μεταλλεία έγινε υπό την αμφιβολία επαναδιακοπής τους, ανάλογα με την οριστική απόφαση του ΣτΕ, ενώ ελλοχεύει και ο κίνδυνος να ανακύψουν νέα θέματα από την πλευρά του υπουργείου τα οποία δύναται να οδηγήσουν σε νέο κλείσιμο των μεταλλείων, εάν η λογική παραμένει η ίδια.

Κατά το παρελθόν εκτός από τις προσφυγές στο ΣτΕ προς έλεγχο τη νομιμότητας, υπήρξαν πολλές περιπτώσεις κατά τις οποίες ήταν έντονη η παρέμβαση των ΜΑΤ προς τήρηση της νομιμότητας σε τοπικό επίπεδο. 

Οι προσφυγές στο ΣτΕ και οι παρεμβάσεις των ΜΑΤ παρά την επίλυση των προβλημάτων που επιτυγχάνουν προκαλούν αφενός ένταση, η οποία έχει συσσωρευτεί όλο το προηγούμενο διάστημα στην τοπική κοινωνία και αφετέρου αβεβαιότητα για την πορεία της επένδυσης. 

Με τα ΜΑΤ και το ΣτΕ διαταράσσεται η ομαλότητα και παρεμποδίζεται η απρόσκοπτη υλοποίηση της επένδυσης. Εξαιτίας αυτής της κατάστασης, το μήνυμα που εκπέμπει η χώρα προς τους ξένους επενδυτές είναι ότι οι επενδύσεις στην Ελλάδα είναι επισφαλείς και ανά πάσα στιγμή μπορεί να εγκλωβιστούν, με κίνδυνο να χάσουν τα κεφάλαιά τους και το χρόνο τους.

Στο πλαίσιο των ανωτέρω και για πάρα πολλούς ακόμη λόγους θα πρέπει να αποφευχθεί στο μέλλον η εμπλοκή των ΜΑΤ και του ΣτΕ στην περαιτέρω πορεία υλοποίησης της επένδυσης. Για την αντιμετώπιση των επιμέρους θεμάτων που ανακύπτουν θα πρέπει να καθιερωθεί η διενέργεια ουσιαστικού, εποικοδομητικού και αποτελεσματικού διαλόγου, μεταξύ της πολιτείας και του επενδυτή, με κοινό στόχο τη συνεννόηση, προς την κατεύθυνση της αξιοποίησης του ορυκτού πλούτου στη ΒΑ Χαλκιδική διασφαλίζοντας το περιβάλλον, το δημόσιο συμφέρον και τη νομιμότητα.

Η λογική αυτή, διαλόγου και συνεννόησης, για την αντιμετώπιση των ζητημάτων που θα ανακύπτουν στην πορεία υλοποίησης της επένδυσης, αλλά και κατά τη διάρκεια λειτουργίας του μεταλλείου θα εμπεδώσει μία σχέση μακροχρόνιας συνεργασίας. Με τη ίδια λογική του διαλόγου και της συνεννόησης μπορεί να αντιμετωπιστεί και το εκρηκτικό κλίμα που έχει δημιουργηθεί σε τοπικό επίπεδο.

Ανεξαρτήτως της οριστικής απόφασης του ΣτΕ θα πρέπει να δρομολογηθούν ενέργειες καλοπροαίρετου και καλόπιστου διαλόγου και συνεννόησης, με τις οποίες θα οικοδομείται σχέση συνεργασίας μεταξύ της πολιτείας και του επενδυτή. Η σχέση αντιπαλότητας που έχει διαμορφωθεί έως σήμερα είναι εις βάρος όλων των μερών, της τοπικής και εθνικής οικονομίας και της ανάπτυξης, ενώ τροφοδοτεί περαιτέρω την ένταση στην τοπική κοινωνία.

Με εκτίμηση

Αθανάσιος Γ. Καρίνας