ΠΟΛΥ ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΑΛΛΑΓΗ ΕΛΑΧΙΣΤΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ ΥΦΕΣΗ
Του Γιάννη Μπασιά
Δεν αναφέρεται συχνά από τα ΜΜΕ ότι η ενεργειακή μετάβαση είναι μια κοινωνική μετάβαση. Προωθείται συχνά η ιδέα ότι απαραίτητη προϋπόθεση της βιώσιμης ανάπτυξης είναι η εγκατάσταση πολλών ΑΠΕ (Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας), ώστε να μειωθεί το διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα. Όμως, βασική προϋπόθεση της βιωσιμότητας της ανάπτυξης (και όχι της βιώσιμης ανάπτυξης όπως είθισται να λέγεται) είναι να διατηρηθεί η αγοραστική δύναμη του πολίτη.
Εάν δεν διατηρήσουμε τις πηγές ενέργειας που προσφέρουν οι υδρογονάνθρακες οδηγούμεθα προς ύφεση. Η αγορά θα ασθενήσει, η παραγωγή αγαθών θα ελαττωθεί και η κατανάλωση θα μειωθεί. Το πετρέλαιο παραμένει προς το παρόν χωρίς αντίπαλο στον κόσμο των μεταφορών και της χημείας.
Από το 2021, οι ανάγκες σε υδρογονάνθρακες αυξάνουν παγκοσμίως με
γρήγορους ρυθμούς, λόγω της υστέρησης που δημιούργησε ο κορονοϊός στην
ανακάλυψη νέων κοιτασμάτων αργού πετρελαίου και φυσικού αερίου. Με την ευκαιρία
αυτή οι μεγάλες καθετοποιημένες πετρελαϊκές εταιρείες καθάρισαν τους
ισολογισμούς τους πριν προχωρήσουν σε καινούργιες επενδύσεις.
Το πετρέλαιο παραμένει η κύρια ενέργεια που καταναλώνεται από τις μηχανές που μας περιβάλλουν και μας υπηρετούν. Ιδιαίτερα οι μεταφορές, εξαρτώνται από αυτό. Μετά από 40 χρόνια, πόσες μηχανές θα είναι διαθέσιμες και πόσο πετρέλαιο θα μένει να εξαχθεί; Εάν η παραγωγή μειωθεί με την πάροδο του χρόνου, ο αριθμός των μηχανών σε λειτουργία θα μειωθεί και η οικονομία θα συσταλεί.
Οι σημερινές ΑΠΕ δεν μπορούν να εγγυηθούν την αναγκαία ενεργειακή επάρκεια που απαιτείται για μια μετάβαση σε λύσεις με λιγότερη μόλυνση. Η μείωση της παραγωγής πετρελαίου τις επόμενες δεκαετίες δεν αντανακλά επιθυμία να σταματήσει η κατανάλωση πετρελαίου για κλιματικούς λόγους, αλλά κυρίως ότι δεν είναι δυνατόν να καταναλώνουμε όλο και περισσότερο έναν μη ανανεώσιμο πόρο επ’ αόριστον. Ας σημειωθεί ότι το πετρέλαιο ανανεώνεται κάθε περίπου 50 εκατομμύρια χρόνια!
Περίπλοκη η μετάβαση
Ένα σημαντικό μέρος των σημερινών αποθεμάτων πετρελαίου αποτελείται από βαρύ πετρέλαιο (Βενεζουέλα) ή ασφαλτούχο (Καναδάς), τα οποία είναι πολύ πιο περίπλοκα για παραγωγή και εκμετάλλευση, προβληματικά από περιβαλλοντική σκοπιά και δεν μπορούν να αποτελέσουν ανταγωνιστικές επενδύσεις. Ένα άλλο μέρος των αποθεμάτων στις χώρες της Μέσης Ανατολής μπορεί απλώς να μην υπάρχει.
Για τούς “υπερασπιστές” του κλίματος είναι καλό νέο, αλλά η εξίσωση για την μετάβαση είναι περίπλοκη. Μεταφρασμένη δε σε οικονομικούς όρους σημαίνει ότι δεν θα υπάρξει πράσινη ανάπτυξη. Για τους ανωτέρω λόγους το φυσικό αέριο, που έχει εξετασθεί σε άλλα άρθρα, έγινε το σημαντικότερο στήριγμα του ενεργειακού πλέγματος παγκοσμίως και θα συνεχίσει να είναι για τις επόμενες δεκαετίες.
Η άνοδος των τιμών του βαρελιού και πρόσφατα του φυσικού αερίου δεν εξαρτώνται πλέον από τις ανάγκες της Ευρώπης ή της Αμερικής αλλά από αυτές της Ασίας και ιδιαίτερα της Κίνας. Όσον αφορά την Ευρώπη, χάνοντας 2% των ενεργειακών της αναγκών, λόγω της μείωσης της παραγωγής της Νορβηγίας, προσπάθησε τα τελευταία χρόνια να εξισορροπήσει αυτή την μείωση με την ανάπτυξη ΑΠΕ.
Αλλά οι ανανεώσιμες απαιτούν 100 φορές περισσότερο μέταλλο από αυτό που απαιτεί η εκμετάλλευση πετρελαίου. Μελέτη του ΟΗΕ υποστηρίζει ότι η επόμενη γενιά θα χρειασθεί τόσο μέταλλο όσο χρειάστηκαν οι 2500 προηγούμενες γενιές δηλαδή από την εμφάνιση του Homo Sapiens μέχρι σήμερα.
Αναδύεται λοιπόν σιγά-σιγά το πρόβλημα της εύρεσης και κατανάλωσης κατασκευαστικών υλικών, όπως και το επακόλουθο κόστος απόσυρσης εγκαταστάσεων που θα στοιχίσουν πάρα πολύ στην επόμενη γενιά.
Η αδυναμία των ΑΠΕ
Πολλά λέγονται τελευταία για την αιολική ενέργεια. Ας μην ξεχνάμε ότι οι ανεμογεννήτριες είναι οικονομικός παράδεισος για τους εισαγωγείς φυσικού αερίου και ο λόγος είναι απλός. Οι ανεμογεννήτριες, όπως και τα φωτοβολταϊκά, δεν αποδίδουν παρά ένα μικρό μέρος της θεωρητικής ισχύος τους, διότι η λειτουργία τους είναι αποσπασματική, δηλαδή όχι συνεχής εφόσον εξαρτάται από τις καιρικές συνθήκες. Δεν φυσά συνεχώς και όχι πάντα αρκετά. Δεν έχει ήλιο 24 ώρες το 24ωρο, είτε λόγω συννεφιάς, είτε διότι ο ήλιος δύει πριν ξανά-ανατείλει.
Η ενέργεια που παράγει η ανεμογεννήτρια είναι συνάρτηση του κύβου της ταχύτητας του ανέμου και της πυκνότητας του ανέμου δηλαδή εάν διπλασιαστεί η ένταση της ροής του ανέμου οκταπλασιάζεται η ηλεκτρική απόδοση, και συνεπώς με χαμηλή ροή ανέμου η απόδοση παραμένει χαμηλή.
Είναι αυτονόητο ότι χωρίς επιχορήγηση κανένας δεν θα έστηνε ανεμογεννήτριες ή φωτοβολταϊκά, διότι θα ήταν ένα πανάκριβο άθλημα. Το αληθινό κόστος του παραγόμενου MW (μεγαβάτ) θα έπρεπε να υπολογισθεί με βάση την διάρκεια που φυσάει ο άνεμος ή λάμπει ο ήλιος και όχι με βάση την θεωρητική ισχύ και θεωρητική απόδοση που είναι πολύ μεγαλύτερη αλλά όχι εφικτή.
Όταν ανεβαίνει η ζήτηση ηλεκτρικού ρεύματος στο δίκτυο πρέπει να μπαίνουν γεννήτριες φυσικού αερίου και γαιάνθρακα (λιγνίτη) για να μην υπάρξουν black-out. Αν και θεωρητικά αντίθετοι στους υδρογονάνθρακες, στην Ισπανία χρησιμοποιούν φυσικό αέριο και στη Γερμανία γαιάνθρακα και φυσικό αέριο. Στην δε Ελλάδα φυσικό αέριο κι όταν τα πράγματα είναι σκούρα τον αποδιοπομπαίο λιγνίτη.
Πάντως, η Δανία σταμάτησε τις επιχορηγήσεις διότι κατέληξε να αγοράζει ηλεκτρικό ρεύμα ακριβά και να το πουλάει φθηνά στη Νορβηγία, αγοράζοντας ακριβό φυσικό αέριο για να εξισορροπεί την απόδοση.
Στην Γερμανία την προηγούμενη χρονιά αποφασίστηκε η παύση υποστήριξης επενδύσεων στα αιολικά και στην Γαλλία πρόσφατα το Υπουργείο Άμυνας απαίτησε από το Υπουργείο Περιβάλλοντος την επέκταση της ακτίνας ασφάλειας των αιολικών από 30 σε 70 χλμ μακριά από τα ραντάρ για αποφυγή παρεμβολών.
Το ενεργειακό μείγμα
Γενικά αυτά συμβαίνουν σε χώρες που “φλέγονται” για τις εκλύσεις διοξειδίου του άνθρακα, ενώ οι χώρες (υπό ανάπτυξη) φλέγουν βασικά το κάρβουνο για τον ηλεκτρισμό και τις βιοτεχνικές/βιομηχανικές τους ανάγκες.
Ενδεικτικά για την Ελλάδα, το ΙΕΝΕ αναφέρει ότι στο μίγμα ηλεκτροπαραγωγής της εβδομάδας 26/7-1/8 του 2021 οι μονάδες φυσικού αερίου συνεισέφεραν το 47% της συνολικής παραγωγής, οι λιγνιτικές το 11%, οι ΑΠΕ το 25%, τα μεγάλα υδροηλεκτρικά το 8% και οι εισαγωγές ηλεκτρισμού το 10%.
Είναι εμφανές ότι οι εισαγωγές φυσικού αερίου στην Ελλάδα θα ενισχυθούν περισσότερο, μέσω της κατασκευής νέων σταθμών υγροποιημένου φυσικού αερίου, ώστε σταδιακά να αντικαταστήσει πλήρως τον λιγνίτη στην παροχή φορτίου βάσης, προσφέροντας την ευκολία που χρειάζεται το ελληνικό σύστημα για να διατηρήσει τις κοστοβόρες ΑΠΕ στο σύστημα. Κι ας μην ξεχνάμε ότι όλοι χρησιμοποιούμε πετρέλαιο για την μετακίνηση και την χημεία.
Παρά τις πολλές ελλείψεις τους, οι σταθμοί παραγωγής ενέργειας με καύση άνθρακα και οι πυρηνικοί σταθμοί έχουν ένα πρωταρχικό πλεονέκτημα έναντι των ΑΠΕ: παράγουν ενέργεια συνεχώς, ή μπορούν να μεταβάλλουν τον εφοδιασμό τους σε πραγματικό χρόνο. Επιπλέον είναι αυτοί οι σταθμοί που θα εκμεταλλευτούν πρώτοι τις τεράστιες προοπτικές της αγοράς υδρογόνου, η οποία εκτιμάται σε 820 δισ. ευρώ έως το 2050.
Αντίθετα, οι ΑΠΕ αντιμετωπίζουν το πρόβλημα της αποθήκευσης. Βεβαίως, οι τεχνολογίες αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας εξελίσσονται και οι μεγάλες μπαταρίες χαράσσουν αργά το δρόμο τους, αλλά εξακολουθεί να είναι ένας μακρινός στόχος με σοβαρές ανησυχίες για την ασφάλεια. Η πρόσφατη έκρηξη στην Αυστραλία υπενθυμίζει αυτή την ανησυχία.
Εταιρείες προσπαθούν να εφεύρουν καινοτόμες τεχνολογίες για την αποτελεσματικότερη αποθήκευση της πλεονάζουσας ηλιακής ενέργειας με την χρήση συμπιεσμένου-υγροποιημένου διοξειδίου του άνθρακα, ή για την ηλεκτροκίνηση να χρησιμοποιήσουν μπαταρίες νατρίου αντί λιθίου, διότι το λίθιο μπορεί να είναι σε έλλειψη από το 2022.
Κλιματική αλλαγή και βιωσιμότητα
της ανάπτυξης
Πριν 30 χρόνια η μόδα ήταν να μιλάμε για υπερθέρμανση του πλανήτη που θα οδηγήσει στην κάλυψη των λιμενικών εγκαταστάσεων της Νέας Υόρκης το 2020. Αργότερα την αποκαλέσαμε Κλιματική Αλλαγή και πρόσφατα αύξηση συχνότητας ακραίων καιρικών φαινόμενων. Σε λίγο θα εμφανισθεί ο όρος “απορρύθμιση του κλίματος”. Το κλίμα, όμως, αυτορυθμίζεται εδώ και τουλάχιστον ένα δισεκατομμύριο χρόνια.
Η άποψη ότι η ανθρώπινη παρέμβαση διαμορφώνει το κλίμα είναι γεωκεντρική. Κανείς δεν αμφισβητεί ότι οι ανθρώπινες δραστηριότητες επιδρούν στο κλίμα, αλλά μια κλιματική αλλαγή είναι ένα φυσικό φαινόμενο που διαρκεί χιλιετηρίδες και το οποίο στην αρχή και στο τέλος του χαρακτηρίζεται από ακραία φαινόμενα –μεγάλης η μικρής διάρκειας– μέχρι να εγκατασταθεί μια νέα ισορροπία.
Θα έπρεπε να διδάσκονται στα σχολεία κι όχι μόνο:
Το έργο του Μιλάνκοβιτς για την
εξήγηση των μακροπρόθεσμων κλιματικών αλλαγών της Γης που προκαλούνται από τις
αλλαγές στη θέση της σε σχέση με τον Ήλιο, καθώς και αυτών που αναμένονται στο
μέλλον.
Τον περιοδικό πίνακα του
Μεντελέγιεφ και την σημαντική θέση των πολυσυζητημένων σήμερα σπάνιων γαιών
στην κατάταξη του πίνακα.
Τα προγράμματα της ΝΑΣΑ και της
ΕΣΑ για τον ρόλο της ηλεκτρομαγνητικής δραστηριότητας του ήλιου στις γήινες
θερμοκρασίες.
Τις δημοσιεύσεις της Διεθνούς
Ένωσης Γεωφυσικών για την θερμική δραστηριότητα του ανώτερου μέρους του γήινου
μανδύα στις περιοχές του βόρειου και νότιου πόλου.
Ίσως αυτά να βοηθήσουν να αποφευχθεί μια νέο-πτολεμαιική ανθρωποκεντρική θεώρηση του κόσμου (στον 21 αιώνα!).
Ας μην ξεχνάμε ότι το ζωικό φορτίο διοξειδίου του άνθρακα συμπεριλαμβανομένου του ανθρωπογενούς φορτίου είναι πολύ μικρό σε σχέση με αυτό που κάθε χρόνο εκλύεται από τους ωκεανούς στον αέρα και αντίστροφα. Επιπλέον, το μεθάνιο που εκλύεται από τους ζωικούς οργανισμούς και τις φυτικές καλλιέργειες είναι πολύ μεγάλο συγκρινόμενο με την ανθρωπογενή συμβολή διοξειδίου του άνθρακα.
Σήμερα δεν είναι σίγουρο εάν βρισκόμαστε στα πρόθυρα μίας κλιματικής αλλαγής, διάρκειας εκατονταετηρίδων η χιλιετηρίδων, οδεύοντας προς αύξηση ή προς μείωση της θερμοκρασίας. Και οι δύο απόψεις υποστηρίζονται από ερευνητές και επιστημονικές ομάδες παγκοσμίου κύρους.
Η παρουσία των ακραίων φαινομένων δεν αφορά μόνο καύσωνες και πυρκαγιές, αλλά και ισχυρές βροχοπτώσεις και βαρύ χειμώνα και χιονοπτώσεις σε περιοχές της γης για τις οποίες το χιόνι ήταν ιδιαίτερα σπάνιο η ανύπαρκτο φαινόμενο, ενώ σε άλλες περιοχές παρατηρείται τήξη των πάγων. Αλλά αυτά τα φαινόμενα αφορούν σήμερα μόνο σε ετήσια ή εποχιακή χρονική κλίμακα.
Η άνοδος της θερμοκρασίας τις επόμενες δεκαετίες στο ευρύτερο χώρο της Μεσογείου, κάτι που αποτελεί δεδομένο όπως προκύπτει από τις προγραμματικές δηλώσεις της ΕΕ, θα οδηγήσει σε λιγότερες βροχές, λιγότερο νερό, λιγότερη αγροτική παραγωγή, περισσότερες εισαγωγές και κατά συνέπεια δημιουργία επικίνδυνων οικονομικών συνθηκών, ιδιαίτερα για τις φτωχότερες χώρες, προκαλώντας οξυμένη μεταναστευτική κίνηση.
Σ’ αυτή την περίπτωση θα έπρεπε να υποστηριχθούν από την ΕΕ μεγάλες επιχορηγήσεις πρωτίστως για την αγροτική ανάπτυξη, την εκμετάλλευση της βιομάζας, την διαχείριση και αποθήκευση του νερού και την αφαλάτωση, αφήνοντας σε δεύτερη μοίρα τα φωτοβολταϊκά και τα αιολικά, μέρος των οποίων ίσως να παραμένει αδιάθετο στις αποθήκες της βορειοδυτικής Ευρώπης.
Αναδημοσίευση από slpress.gr
Σχόλια