ΒΙΩΣΙΜΗ ΕΞΟΡΥΞΗ: ΑΝΤΙΔΟΤΟ ΣΤΗΝ ΕΞΑΡΤΗΣΗ ΑΠΟ ΤΙΣ ΕΙΣΑΓΩΓΕΣ ΠΡΩΤΩΝ ΥΛΩΝ
Ο εξορυκτικός κλάδος, ένα σημαντικό «γρανάζι» της εθνικής οικονομίας το 3% του ΑΕΠ και το 5% των συνολικών εξαγωγών να προέρχονται από αυτόν, αναμένεται να αποτελέσει κρίσιμο παράγοντα ανάπτυξης μέσα στα επόμενα χρόνια ακριβώς λόγω της πράσινης ανάπτυξης και της μετάβασης στο μοντέλο της κυκλικής οικονομίας.
Η Παγκόσμια Τράπεζα προβλέπει ότι λόγω των τεχνολογικών εξελίξεων και της αύξησης του πληθυσμού, η ζήτηση για μέταλλα και ορυκτά, θα αυξηθεί αναλογικά προς τις φιλοδοξίες για το κλίμα, κάτι που σε μια δεύτερη ανάγνωση προϋποθέτει ότι η παραγωγή θα πρέπει επίσης να αυξηθεί.
Στο ίδιο πλαίσιο, ο ΟΟΣΑ προβλέπει ότι η χρήση πρώτων υλών παγκοσμίως θα διπλασιαστεί ως το 2060 και η χρήση μετάλλων στο ίδιο διάστημα θα αυξηθεί κατά 150%.
Οι εκτιμήσεις αυτές αναδεικνύου την πρόκληση της επάρκειας των απαιτούμενων ποσοτήτων μελλοντικά αλλά και της αυτάρκειας, ειδικά όταν μιλάμε για τα ευρωπαϊκά κράτη τα οποία ως επί το πλείστον εισάγουν πρώτες ύλες από τρίτες χώρες (η παραγωγή των τεχνολογικών μετάλλων στην Ευρωπαϊκή Ένωση είναι χαμηλότερη του 2%).
Σύμφωνα με στοιχεία που παρατέθηκαν στο πλαίσιο του συνεδρίου για τον ορυκτό πλούτο, RawMat2021, βασικός προμηθευτής πρώτων υλών της ΕΕ είναι η Κίνα (εισάγεται το 98% των ελαφρών και το 99% των βαρέων σπανίων γαιών.
Στον Ελλαδικό χώρο, ο εξορυκτικός κλάδος καταγράφει κύκλο εργασιών 2,3 δισ. ευρώ και οι επενδύσεις των εταιρειών του κλάδου αγγίζουν περίπου τα 345 εκατ. το χρόνο.
Οι μεταλλευτικές επιχειρήσεις υιοθετούν πρότυπα κυκλικής οικονομίας (κάποιες μάλιστα τα εφαρμόζουν εδώ και αρκετά χρόνια) και σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς, παρά τις θετικές προοπτικές, τη δυναμική του κλάδου ανακόπτουν συγκεκριμένα προβλήματα που αφορούν στις υποδομές, στο θεσμικό και φορολογικό πλαίσιο.
Ο Αθανάσιος Κεφάλας, πρόεδρος του Συνδέσμου Μεταλλευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδας, μιλώντας στο ίδιο συνέδριο σημείωσε ότι: «Θέματα όπως η επίλυση της εξάρτησης της Ευρώπης από εισαγόμενες πρώτες ύλες, η σταδιακή απεξάρτηση από τον άνθρακα που οδηγεί σε αυξημένη ζήτηση σε μέταλλα και ορυκτά, η ανάγκη για πιο αξιόπιστες και φθηνές αλυσίδες εφοδιασμού, καθώς και η εύρεση νέας χρήσης του λιγνίτη ως πηγή εσόδων οφείλουν να καταστούν στρατηγικές προτεραιότητες για το κράτος, σε συνεργασία με τις εταιρείες του εξορυκτικού κλάδου.
Εν αντιθέσει με την πολυεπίπεδη σημαντικότητά του κλάδου, όπως η ουσιαστική συμβολή στο ΑΕΠ της χώρας, την εργασιακή απασχόληση, την καινοτομία και το εμπόριο, τονίζεται ότι η δημιουργία αξίας από τα βεβαιωμένα αποθέματα ενέχει σημαντικά εγγενή ρίσκα και υψηλά κόστη, όπως η περιορισμένη γνώση για το αποθεματικό δυναμικό γεωλογικών στοιχείων, το υψηλό κόστος έρευνας και εκμετάλλευσης, οι υπάρχουσες υποδομές και φυσικά οι ελλείψεις στον χωροταξικό σχεδιασμό, το ασταθές φορολογικό πλαίσιο και η ασυνέπεια δημόσια διοίκησης και δικαίου».
Αναδημοσίευση από metalleiachalkidikis.gr
Σχόλια