ΓΙΑΤΙ ΤΟ ΡΕΥΜΑ ΘΑ ΓΙΝΕΙ ΠΟΛΥ ΦΘΗΝΟ ΤΑ ΕΠΟΜΕΝΑ ΧΡΟΝΙΑ;
Του Γιώργου Φιντικάκη
Επί επτά συναπτές ώρες στις 2 Ιουλίου η τιμή του ρεύματος μηδένισε, ενώ επί 87 ώρες την τελευταία εβδομάδα η λιγνιτική παραγωγή ήταν μηδενική. Και αν είχαμε περισσότερες ανανεώσιμες, όπως στην Βόρεια Ευρώπη θα βλέπαμε το αποτύπωμα των μηδενικών τιμών χονδρικής και στα τιμολόγια.
Είναι φως φανάρι ότι τα κόστη στην ηλεκτροπαραγωγή μειώνονται ραγδαία, όσο το ενεργειακό μείγμα της Ελλάδας στηρίζεται όλο και περισσότερο στις δικές της δυνάμεις. Καταφέραμε, παρά τις ελλείψεις σε δίκτυα και όσους έχουν κτίσει καριέρες ως «προστάτες» του περιβάλλοντος, η μια στις δύο κιλοβατώρες που καταναλώνουμε πλέον να είναι «πράσινες». Και η Ελλάδα να κατατάσσεται κάτω από τον μέσο ευρωπαϊκό όρο στο ρεύμα (13η θέση), με τιμολόγιο στα 25 λεπτά.
Γίναμε ξαφνικά φθηνοί, όπως οι Δανοί ή οι Ισπανοί, από τους πρωταθλητές των ΑΠΕ; Οχι, βέβαια, αλλά η τάση είναι πτωτική. Και όταν το 2030, θα είναι «πράσινες» οι οκτώ στις δέκα καταναλισκόμενες κιλοβατώρες, σύμφωνα με τους ευρωπαϊκούς στόχους, ενώ μεγάλο τους μέρος θα διαπραγματεύεται εκτός Χρηματιστηρίου Ενέργειας, μέσα από διμερή συμβόλαια παραγωγών ΑΠΕ και προμηθευτών, τότε θα μιλάμε για ακόμη χαμηλότερες τιμές.
Εκεί οδηγούν νομοτελειακά οι εξελίξεις. Αρκεί να δει κανείς τις προβλέψεις αναλυτών και ξένων οργανισμών για το 2030 για μείωση του κόστους παραγωγής από αιολικά και φωτοβολταϊκά στα 5 και 4 λεπτά η κιλοβατώρα, αντίστοιχα.
Είναι επομένως παράλογο, να μην μπορεί ακόμη ο καταναλωτής να επωφεληθεί από την σταθερά υψηλή «πράσινη» παραγωγή, επειδή οι Βρυξέλλες επιμένουν στο ίδιο παρωχημένο μοντέλο χονδρεμπορικής αγοράς, να διαμορφώνουν την τελική τιμή οι ακριβότερες μονάδες, παρ' ότι οι ΑΠΕ όλο και συχνότερα τις βγάζουν εκτός αγοράς, συμμετέχοντας στο μείγμα με 50% και πάνω.
Τι θα συμβεί όταν σε μερικά χρόνια θα έχει πολλαπλασιαστεί η παραγωγή στην Ελλάδα; Όταν το φαινόμενο των μηδενικών ή και αρνητικών τιμών στην χονδρεμπορική αρχίσει να πυκνώνει σε ώρες και ημέρες στη διάρκεια του χρόνου;
Το μηνιαίο καλάθι του κάθε προμηθευτή θα γίνει φθηνότερο, το κόστος του θα πέσει αισθητά, άρα θα προσφέρει σημαντικά χαμηλότερες τιμές.
Και αν μέχρι τότε έχουμε καταφέρει επιτέλους να περάσουμε στην ψηφιακή εποχή μέσω των «έξυπνων» μετρητών, από την οποία μας κρατούν μακριά αβελτηρίες και συμφέροντα που τινάζουν στον αέρα τους σχετικούς διαγωνισμούς εδώ και πάνω από δεκαετία, το ρεύμα θα κοστολογείται ανά ώρα, όπως συμβαίνει παντού σχεδόν στην Ευρώπη. Τότε, για κάποιες ώρες του 24ώρου, όταν θα δούλευαν στο φουλ τα αιολικά και τα φωτοβολταϊκά, θα απολαμβάναμε τιμές 50% και 60% χαμηλότερες των σημερινών.
Σημερινές τιμές, πρόβλεψη για 2030
Τι δείχνουν τα κοστολογικά δεδομένα; Η κιλοβατώρα από λιγνίτη πωλείται σήμερα στο Χρηματιστήριο Ενέργειας στα 21,3 λεπτά. Από φυσικό αέριο στα 12,4 λεπτά, από αιολικά στα 7,7 λεπτά και από φωτοβολταϊκά στα 7 λεπτά.
Αποτέλεσμα ο οικιακός καταναλωτής, παρ' ότι το 50% παράγεται πλέον από ΑΠΕ, ακριβώς επειδή την τελική τιμή χονδρικής διαμορφώνει ακόμη η ακριβότερη μονάδα, πληρώνει κατά μέσο όρο 26,5 λεπτά την κιλοβατώρα.
Και οι προβλέψεις για το 2030; Η ηλεκτροπαραγωγή από λιγνίτη σταματά πλήρως. Αν συνεχιζόταν, το κόστος κάθε λιγνιτικής κιλοβατώρας θα ήταν υψηλότερο κατά 25% έναντι του σημερινού, λόγω των αυξημένων τιμών στις εκπομπές ρύπων (αναμένεται να εκτιναχθούν κατά 45% ως το 2030).
Ομοίως, το κόστος ηλεκτροπαραγωγής από φυσικό αέριο αναμένεται να αυξηθεί κατά 23% ως το 2030. Αντιθέτως, το κόστος ηλεκτροπαραγωγής από αιολικά και φωτοβολταϊκά αναμένεται να μειωθεί περαιτέρω (στα 5 λεπτά και 4 λεπτά ανά κιλοβατώρα αντιστοίχως).
Και αν τα νούμερα είναι κουραστικά, εκείνο που κάνει τόσο ανταγωνιστικές τις ανανεώσιμες είναι ότι δεν βαρύνονται με κόστος καυσίμου, όπως οι υπόλοιπες τεχνολογίες. Ενώ, στο φυσικό αέριο, στο λιγνίτη και στο πετρέλαιο, ουδείς γνωρίζει ποιες θα είναι οι τελικές τιμές μετά από μερικά χρονιά, γιατί εξαρτώνται από τις αυξομειώσεις των καυσίμων, στις ΑΠΕ, το μόνο κόστος αφορά την απόσβεση της επένδυσης. Κατ' τα άλλα υπάρχει βεβαιότητα, όλα είναι προβλέψιμα, προγραμματισμένα.
Στο νέο μοντέλο της αγοράς που σχεδιάζεται πανευρωπαϊκά, ένα ολοένα και μικρότερο τμήμα του καταναλισκόμενου ρεύματος θα παράγεται από μονάδες φυσικού αερίου και θα εξαρτάται τιμολογιακά από τα Χρηματιστήρια Ενέργειας.
Όλο το υπόλοιπο θα είναι μηδενικού μεταβλητού κόστους, δεν θα επηρεάζεται από χρηματιστηριακές διακυμάνσεις, και οι παραγωγοί πράσινης ενέργειας θα πληρώνονται από τους προμηθευτές που θα την αγοράζουν στο σταθερό χαμηλό τους κόστος μέσω μακροχρόνιων διμερών συμβολαίων (PPAs).
Όταν επομένως γύρω στο 2030, τα κόστη των μπαταριών για αποθήκευση «πράσινης» ενέργειας, που είναι προαπαιτούμενο για την μαζική διείσδυση των ΑΠΕ, θα έχουν υποχωρήσει, ένας μεγάλος όγκος αιολικών και φωτοβολταικών θα βρίσκονται σε φάση απόσβεσης και θα λειτουργεί το νέο μοντέλο αγοράς, τότε λογικά θα έχουμε πολύ χαμηλότερες από τις σημερινές.
Μηδενική τιμή ρεύματος για 7 ώρες - Μηδέν λιγνίτης για 109 ώρες
Το ελληνικό σύστημα κατέγραψε για πρώτη φορά στην ιστορία του μηδενικές τιμές την Κυριακή 28 Μαίου, όπως ακριβώς συμβαίνει εδώ και καιρό στις βόρειες χώρες με υψηλή διείσδυση ΑΠΕ.
Και επίσης για πρώτη φορά, τον Μάιο, ο Διαχειριστής του συστήματος, ΑΔΜΗΕ, λόγω της απουσίας μπαταριών αποθήκευσης, αναγκάστηκε να περικόψει σε μεγάλο βαθμό ποσότητες πράσινης ενέργειας, προκειμένου να διατηρήσει την ευστάθεια του συστήματος. Επί πάρα πολλές ώρες «πετούσε» εκτός συστήματος πάρα πολλά πράσινα μεγαβάτ, για να το κρατήσει όρθιο και να μη βυθιστούμε στο σκοτάδι.
Ένας συνδυασμός υπερπαραγωγής ΑΠΕ, χαμηλής ζήτησης και απουσίας μπαταριών, απειλεί την ευστάθεια του συστήματος και τρομάζει τους διαχειριστές σε όλη την Ευρώπη, και φυσικά και στην Ελλάδα όπου η «πράσινη» διείσδυση ξεπέρασε πέρυσι τα 10.000 MW. Σε άλλες μάλιστα χώρες, με ανεπτυγμένα τα φωτοβολταικά στις στέγες των σπιτιών, κόβονται μαζικά και αυτά για να αποφευχθεί ένα μπλακ- άουτ.
Είναι η μία όψη της ραγδαίας αύξησης των ΑΠΕ, που θα αντιμετωπιστεί μόνο όταν θα μπουν μαζικά στο παιχνίδι οι μπαταρίες. Η άλλη αποτυπώνεται στα προ ημερών στοιχεία του ευρωπαϊκού φορέα των διαχειριστιών, Εntso-e. Δείχνουν ότι η ηλεκτροπαραγωγή της Ελλάδας λειτουργησε χωρίς λιγνίτη για 87 συνεχόμενες ώρες, από τις 11:00 την 1η Ιουλίου ως τις 02:00 στις 5 Ιουλίου, καταρρίπτοντας έτσι το προηγούμενο ρεκόρ των 38 συνεχόμενων ωρών που σημειώθηκε μεταξύ 7 και 9 Ιουνίου του 2020.
Στο παρελθόν η λιγνιτική παραγωγή είχε μηδενιστεί επίσης μεταξύ 10 και 11 Αυγούστου του 2020 για 22 συνεχόμενες ώρες, στις 9 και 10 Απριλίου του 2022 για 9 ώρες συνολικά, καθώς και πριν λίγες μέρες στις 23 και 25-26 Ιουνίου 2023 για 7 και 15 ώρες αντίστοιχα. Συνεπώς, μέχρι στιγμής, το 2023 καταγράφεται νέο ρεκόρ 109 συνολικά ωρών με μηδενική λιγνιτική παραγωγή.
Επιπλέον, για 7 συνεχόμενες ώρες μέσα στο χρονικό διάστημα που ήταν μηδενική η λιγνιτική παραγωγή, και συγκεκριμένα μεταξύ 10:00 και 17:00 στις 2 Ιουλίου του 2023, μηδενίστηκε (ή σχεδόν μηδενίστηκε) και η τιμή ηλεκτρισμού στην αγορά της επόμενης μέρας, ως αποτέλεσμα της υψηλής διείσδυσης των ΑΠΕ και της περιορισμένης ζήτησης σε ηλεκτρική ενέργεια.
Σε αυτό το 7ωρο χρονικό διάστημα AΠΕ και μεγάλα υδροηλεκτρικά έφτασαν στο μέγιστο της περιόδου των 87 ωρών με μηδενική συνεισφορά του λιγνίτη, έχοντας μερίδιο 84,2% στην εγχώρια ηλεκτροπαραγωγή και καλύπτοντας το 68,4% της ζήτησης.
Πηγή: liberal.gr
Σχόλια