ΧΡΥΣΟΣ ΚΑΙ ΑΣΗΜΙ: ΓΙΑΤΙ ΟΙ ΑΓΟΡΕΣ ΔΙΝΟΥΝ ΩΘΗΣΗ
Υψηλό όλων των εποχών σημείωσε χθες ο χρυσός με ενδοσυνεδριακό υψηλό στα 2.450 δολάρια/ουγγιά, ενώ ισχυρή ήταν και η άνοδος για το ασήμι με ενδοσυνεδριακό υψηλό στα 32,51 δολάρια/ουγγιά.
Πολλοί αποδίδουν την άνοδο στο υποτονικό δολάριο, μιας και η οριακή μείωση του πληθωρισμού στις ΗΠΑ ενίσχυσε τις προσδοκίες ότι η η Fed θα προχωρήσει από τον Σεπτέμβριο σε μείωση επιτοκίων, γεγονός που συγκρατεί το αμερικανικό νόμισμα, καθιστώντας τον χρυσό σε τιμή δολαρίου πιο ελκυστικό για τους αγοραστές που κατέχουν άλλα νομίσματα.
Την ίδια στιγμή, όταν τα επιτόκια πέφτουν, ο χρυσός γίνεται πιο ελκυστικός σε σύγκριση με τα περιουσιακά στοιχεία σταθερού εισοδήματος, όπως τα ομόλογα, τα οποία έχουν χαμηλότερες αποδόσεις σε ένα περιβάλλον χαμηλών επιτοκίων.
Δεδομένης λοιπόν της αντιθετικής σχέσης του χρυσού με τα επιτόκια και το δολάριο, ένας από τους οδηγούς για την ανοδική διάσπαση του υψηλού του χρυσού που είχε καταγραφεί την 12η Απριλίου- 2431 δολάρια/ουγγιά - είναι ο συνδυασμός των προσδοκιών για τα επιτόκια, τον δολάριο και τον πληθωρισμό.
Δεν είναι όμως ο μόνος οδηγός.
Ή καλύτερα η άνοδος των πολύτιμων μετάλλων μας αποκαλύπτει πολλά περισσότερα από μια μείωση των επιτοκίων και του πληθωρισμού.
Αν θέλαμε να συνοψίσουμε σε μια μόλις φράση το αφήγημα του χρυσού και του ασημιού, θα λέγαμε ότι η αγορά μας προειδοποιεί ότι οι κίνδυνοι στασιμοπληθωρισμού αυξάνονται κάθετα, με την ανάπτυξη να καθίσταται ολοένα και πιο εύθραυστη, ενώ ο πληθωρισμός παρά την υποτυπώδη πρόοδο, παραμένει βαθιά προβληματικός.
Όπως εξηγήσαμε την προηγούμενη εβδομάδα- περισσότερα μπορείτε να διαβάσετε εδώ η κύρια ατμομηχανή της ανόδου του χρυσού είναι η καθιέρωση του ως η πιο κλασική αντιστάθμιση του πληθωρισμού. Γι’αυτό άλλωστε ανεβαίνει σταθερά από το 2016, παρά την άνοδο των επιτοκίων και την παραμονή τους σε υψηλά επίπεδα μέχρι και σήμερα, κάτι που αυξάνει το κόστος ευκαιρίας της διακράτησης χρυσού.
Ο ρόλος της Κίνας
Οι αγορές χρυσού από τις Κεντρικές Τράπεζες κινούνται σε ιστορικά επίπεδα τα τελευταία δύο χρόνια, κόντρα στα υψηλά επιτόκια και το δυνατό δολάριο. Σύμφωνα με το Παγκόσμιο Συμβούλιο Χρυσού, συνεχίζουν να είναι ισχυροί αγοραστές και το 2024.
Βλέπετε η ισχυρή φυσική ζήτηση για χρυσό τροφοδοτείται επίσης από την ελκυστικότητά του ως ασφαλούς περιουσιακού στοιχείου εν μέσω γεωπολιτικών αβεβαιοτήτων.
Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι την τελευταία δεκαετία, η Ρωσία και η Κίνα ήταν οι δύο μεγαλύτεροι αγοραστές. Ωστόσο, οι αγορές των Κεντρικών Τραπεζών τα τελευταία χρόνια έχουν διαφοροποιηθεί, αν και κορυφαίος αγοραστής παραμένει η Τράπεζα της Κίνας.
Για την ακρίβεια, η Κίνα είναι μια εκ των βασικών κινητήριων δυνάμεων, τόσο της καταναλωτικής ζήτησης όσο και της αγοράς χρυσού από την Κεντρική Τράπεζα της χώρας. Σύμφωνα μάλιστα με τις εκτιμήσεις των αναλυτών , οι αγορές αυτές δεν αναμένεται να φρενάρουν.
Εκτίμηση λογική αν σκεφθεί κανείς ότι οι εκροές κεφαλαίων της Κίνας επιδεινώθηκαν τον Απρίλιο, ενισχύοντας την πίεση για το γουάν, εν μέσω μιας εξασθενημένης εγχώριας οικονομίας και της αβεβαιότητας για το πόσο γρήγορα και επιθετικά θα κινηθούν οι μειώσεις των επιτοκίων στις ΗΠΑ.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που ανακοινώθηκαν την Παρασκευή και παρουσίασε το Βloomberg, oι τοπικές εταιρείες αγόρασαν από τράπεζες το μεγαλύτερο ποσό συναλλάγματος από το Απρίλιο του 2016, ενώ και αρκετοί πολίτες αγόρασαν ξένα νομίσματα για ταξίδια στο εξωτερικό.
Όλα αυτά εγείρουν ανησυχίες για την πορεία του κινεζικού νομίσματος, καθώς το σχετικά χαμηλό επιτόκιο της Κίνας έναντι των ΗΠΑ ευνοεί το δολάριο έναντι του κινεζικού νομίσματος και οι παρεμβάσεις από την Κεντρική Τράπεζα της Κίνας για να διατηρήσει τη διακύμανση του γουάν σε περιορισμένο εύρος δεν αποδεικνύονται πάντα επαρκείς.
Υπενθυμίζουμε επίσης η Κεντρική Τράπεζα της Κίνας την ίδια στιγμή που αγόραζε χρυσό κατά το πρώτο τρίμηνο, προέβει σε πωλήσεις-ρεκόρ αμερικανικών ομολόγων, προφανώς σε μια προσπάθεια να διαφοροποιηθεί από τα αμερικανικά περιουσιακά στοιχεία, καθώς οι εμπορικές εντάσεις διατηρήθηκαν.
Το Πεκίνο ξεφόρτωσε συνολικά 53,3 δις δολάρια σε αμερικανικά κρατικά ομόλογα και ομόλογα κυβερνητικών οργανισμών των ΗΠΑ το πρώτο τρίμηνο, σύμφωνα με υπολογισμούς που βασίζονται στα τελευταία στοιχεία του υπουργείου Οικονομικών των ΗΠΑ. Το Βέλγιο, που συχνά θεωρείται θεματοφύλακας των κινεζικών χαρτοφυλακίων, διέθεσε 22 δις δολάρια κρατικών ομολόγων κατά τη διάρκεια της παραπάνω περιόδου.
Κάτι μας λέει ότι μετά τους πρόσφατους νέους δασμούς των ΗΠΑ προς την Κίνα, όταν ανακοινωθούν τα στοιχεία για το δεύτερο τρίμηνο, θα διαβάσουμε μια έκθεση με παρεμφερή στοιχεία.
Η υποστήριξη από τις Κεντρικές Τράπεζες τη βιομηχανία και τους καταναλωτές
Ανοίγοντας την εικόνα, βλέπουμε ότι σύμφωνα πάντα με τα στοιχεία του Παγκόσμιου Συμβουλίου Χρυσού για το πρώτο τρίμηνο, οι Κεντρικές Τράπεζες συνέχισαν να αγοράζουν χρυσό.
Οι επενδύσεις σε ράβδους και νομίσματα ήταν πιο σταθερές, αντισταθμίζοντας τις συνεχείς εκροές από τα ETFs.(σ.σ: Η ζήτηση για ράβδους και κέρματα αντιστοιχούσε στο προηγούμενο τρίμηνο στους 312 τόνους, που μεταφράζεται σε αύξηση 3% σε ετήσια βάση).
Συμπεριλαμβανομένων δε των σημαντικών εξωχρηματιστηριακών αγορών από τους επενδυτές, η συνολική ζήτηση χρυσού αυξήθηκε κατά 3%ετησίως, στους 1238 τόνους.
Πρόκειται για το ισχυρότερο πρώτο τρίμηνο από το 2016. (σ.σ: Έχει ενδιαφέρον να δει κανείς τη διακύμανση της τιμής του χρυσού έκτοτε).
Αξίζει να σημειωθεί ότι και ο κλάδος των κοσμημάτων παραμένει υγιής, δεδομένης της αύξησης των τιμών. Η παγκόσμια κατανάλωση κοσμημάτων ήταν μόλις 2% χαμηλότερη σε ετήσια βάση, στους 479 τόνους. Η κατασκευή κοσμημάτων αυξήθηκε κατά 1% ετησίως σε 535 τόνους, με αποτέλεσμα την αύξηση των αποθεμάτων κατά 56 τόνους κατά τη διάρκεια του τριμήνου.
Ένα επίσης σημαντικό στοιχείο είναι ότι η ζήτηση τεχνολογίας για χρυσό ανέκαμψε 10% ετησίως, καθώς η έκρηξη της Τεχνητής Νοημοσύνης ενίσχυσε τη ζήτηση στον τομέα των ηλεκτρονικών. (σ.σ: Περισσότερα για τις βιομηχανικές χρήσεις του χρυσού και του ασημιού μπορείτε να διαβάσετε εδώ).
Βάση των παραπάνω, οι Κεντρικές Τράπεζες, οι επενδυτές, οι καταναλωτές και η βιομηχανία αποτελούν τους κύριους συντελεστές των αποδόσεων του χρυσού.
Τέλος αξίζει να σημειωθεί ότι η παραγωγή ορυχείων αυξήθηκε 4% ετησίως στους 893 τόνους. Πρόκειται για ρεκόρ πρώτου τριμήνου σύμφωνα με τα δεδομένα του Παγκόσμιου Συμβουλίου Χρυσού.
Η ανακύκλωση ανταποκρίθηκε επίσης στις υψηλότερες τιμές, σκαρφαλώνοντας 12% ετησίως στους 351 τόνους. Αυτό καθιστά το πρώτο τρίμηνο του 2024 το υψηλότερο τρίμηνο προσφοράς ανακύκλωσης από το τρίτο τρίμηνο του 2020.
Της Μαίρης Βενέτη
Πηγή: liberal.gr
Σχόλια