Τετάρτη 3 Απριλίου 2024

ΕΘΝΙΚΟ ΣΧΕΔΙΟ ΓΙΑ ΕΝΕΡΓΕΙΑ & ΚΛΙΜΑ: ΧΑΜΗΛΩΝΕΙ Ο ΠΗΧΗΣ ΣΕ ΗΛΕΚΤΡΟΚΙΝΗΣΗ ΚΤΙΡΙΑ ΝΕΕΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΕΣ ΓΙΑ ΝΑ ΜΗΝ ΠΕΣΟΥΜΕ ΣΕ ΣΧΕΔΟΝ ΜΗΔΕΝΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΩΣ ΤΟ 2050

Η αλλαγή υποδείγματος της κυβερνητικής πολιτικής απέναντι στην πράσινη μετάβαση είναι γεγονός. Η κυβέρνηση τραβάει το πόδι από το πράσινο «γκάζι», βάζει πιο ρεαλιστικούς στόχους και προκρίνει μια πιο συντηρητική πολιτική, ανάλογη με τα δημοσιονομικά περιθώρια της χώρας και τις αντοχές των πολιτών.

Το επενδυτικό πακέτο ύψους 192 δισ ευρώ, όσο ένα ελληνικό ΑΕΠ, που προέβλεπε το ΕΣΕΚ το οποίο εστάλη το Δεκέμβριο στις Βρυξέλλες, με πολύ μεγάλες επιδοτήσεις για ηλεκτροκίνηση και κτίρια, θα πρέπει να το ξεχάσουμε. Τη θέση του θα πάρει ένα νέο ΕΣΕΚ, πολύ πιο εγκρατές στις ενισχύσεις, λιγότερο γαλαντόμο, με πιο στοχευμένες προβλέψεις και αλλαγές σε όλες σχεδόν τις τεχνολογίες, πλην των ΑΠΕ, όπου ούτως ή άλλως δεν υπάρχουν επιδοτήσεις.

Εκεί, η πρόβλεψη για τις επενδύσεις, θα παραμείνει πάνω - κάτω η ίδια. Έχουμε άλλωστε πιάσει από πέρυσι τον εθνικό στόχο για το 2030, με βάση τα έργα σε λειτουργία και εκείνα με οριστικές προσφορές σύνδεσης.

Στις περισσότερες από τις άλλες κλαδικές κατηγορίες έρχονται ανατροπές. Σαφή κατεύθυνση των αλλαγών που είχαν διαφανεί εδώ και μια εβδομάδα, όπως έγραψε το Energypress, έδωσε η πολιτική ηγεσία του ΥΠΕΝ, υπό τον Θ.Σκυλακάκη, στη χθεσινή σύσκεψη με την ομάδα του ΚΑΠΕ. Το Κέντρο Ανανεώσιμων Πηγών και Εξοικονόμησης έχει αναλάβει την επεξεργασία του νέου ΕΣΕΚ, με ορίζοντα αποστολής του στις Βρυξέλλες ως τον Ιούνιο.

Το ενδιαφέρον της χθεσινής σύσκεψης βρίσκεται στις προβολές του κόστους των πράσινων πολιτικών πάνω στους ρυθμούς ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας για τα επόμενα 25 χρόνια.

Δείχνουν ότι αν τηρήσουμε κατά γράμμα όλους τους στόχους του ΕΣΕΚ, για ηλεκτροκίνηση, εξοικονόμηση στα κτίρια, μαζικές επιδοτήσεις του παλαιού οικιακού εξοπλισμού με νέο, πολλά έργα στο υδρογόνο και άλλες τεχνολογίες, τότε οι ρυθμοί ανάπτυξης της Ελλάδας θα προσγειωθούν στο 0,6% κατά μέσον όρο μέχρι το 2050 !

Αν δεν ακολουθήσουμε δηλαδή μια πιο συγκρατημένη πολιτική δαπανών για τις επιδοτήσεις αγοράς ηλεκτρικών οχημάτων, αναβάθμισης του κτιριακού τομέα εξοικονόμησης και γενικότερα στις μεταφορές, όπως οι χερσαίες αλλά και η ναυτιλία, η μακροχρόνια ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας δεν θα έχει μπροστά ούτε καν το 1, όπως προβλέπουν οι διεθνείς οργανισμοί…

Τι μπορεί να σημαίνουν όλα αυτά σε νούμερα; Ακόμη είναι νωρίς, άλλωστε το ΚΑΠΕ θα περιμένει να πάρει πρώτα στοιχεία από το Σώμα Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων (ΣΟΕ) του υπ. Εθνικής Οικονομίας για να κάνει τους υπολογισμούς του. 

Αλλά η γενική κατεύθυνση που λέγεται ότι πήρε, είναι τα κόστη από τις πράσινες πολιτικές να αφήνουν περιθώρια μέχρι το 2050, για μια μακροχρόνια ανάπτυξη του ΑΕΠ με ένα μέσο ετήσιο όρο, σε κάθε περίπτωση άνω του 1%.

Ένα είναι βέβαιο. Στην ηλεκτροκίνηση, οι επενδύσεις δεν θα είναι 100 δισ ευρώ μέχρι το 2030, όσες έλεγε το ΕΣΕΚ. Ούτε και στον κτιριακό τομέα, μαζί με την αντικατάσταση παλαιού οικιακού εξοπλισμού με νέο, θα φτάνουν τα 50 δισ. ευρώ.

Πρόγευση από το Βαρελίδη

Της χθεσινής σύσκεψης είχαν ήδη προηγηθεί ενδείξεις ότι έρχονται ουσιώδεις αλλαγές στην κυβερνητική πολιτική για τη πράσινη μετάβαση. Η πρόγευση δόθηκε πριν μια εβδομάδα στο Συμβούλιο Υπουργών Περιβάλλοντος, όπου ο ΓΓ του ΥΠΕΝ Πέτρος Βαρελίδης, που εκπροσωπούσε τον υπουργό, εξέφρασε το «όχι» της Ελλάδας σε μια κοινοτική κλιματική πρόταση: Να μειώσουν οι 27 χώρες της ΕΕ μέχρι το 2040 κατά 90% τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου σε σχέση με εκείνες του 1990.

Ήταν η πρώτη φορά που η χώρα μας, από τους πιο καλούς πράσινους «μαθητές» στην Ευρώπη, έλεγε όχι σε μια σημαντική κλιματική πρόταση της Κομισιόν.

Τι θα σήμαινε μείωση κατά 90% των εκπομπών μέχρι το 2040; Στις τρεις δεκαετίες μεταξύ 1990 και 2021, τα 27 κράτη μέλη της Ε.Ε. έχουν καταφέρει να μειώσουν τις εκπομπές τους κατά 30%, σύμφωνα με τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Περιβάλλοντος.

Στην ουσία, για να πάμε στο 90%, θα πρέπει στη μιάμιση δεκαετία που απομένει ως το 2040, οι χώρες να κάνουν πολλαπλάσιες επενδύσεις απ’ όσες έκαναν μαζί όλα τα τριάντα τελευταία χρόνια.

Το πρόβλημα δεν βρίσκεται μόνο στις επιδοτήσεις που όσο γενναίες και αν είναι, δεν επαρκούν για τέτοιες προσαρμογές. Βρίσκεται στο γεγονός, όπως είπε ο κ. Βαρελίδης, ότι τα οφέλη από την πράσινη μετάβαση δεν έχουν εξηγηθεί επαρκώς στους πολίτες, ότι οι κοινωνικές αντιδράσεις μεγαλώνουν, και κυρίως ότι οι μεγάλοι ρυπαντές του πλανήτη (Κίνα, ΗΠΑ), εκμεταλλεύονται την εφαρμογή με θρησκευτική ευλάβεια από την ΕΕ της πράσινης ατζέντας, για να ενισχύουν την ανταγωνιστικότητά τους σε βάρος της Ευρώπης.

Τι είπε ο Αιβαλιώτης για τις Οδηγίες

Τη σκυτάλη από τον κ. Βαρέλιδη, πήρε ο ΓΓ Ενέργειας του ΥΠΕΝ Τέλης Αϊβαλιώτης στο προ ημερών Power & Gas Forum του Energypress, όπου περιέγραψε τα νέα βάρη που φέρνουν οι καινούργιες Οδηγίες της Κομισιόν.

Την υποχρεωτική ενεργειακή αναβάθμιση κατοικιών σε κλάση τουλάχιστον «Ε» μέχρι το 2035, που στην Ελλάδα αφορά 1,3 εκατ σπίτια και υπολογίζεται ότι θα κοστίσει 25 δισ ευρώ. Την υποχρεωτική απαγόρευση μέχρι το 2040 ολων των συμβατικών καυστήρων πετρελαίου και αερίου, που υπολογίζεται σε άλλα 25 δισ. Την επίσης υποχρεωτική αντικατάσταση μέχρι το 2050 όλων των κλιματιστικών που λειτουργούν σήμερα με ψυκτικό μέσο που έχει ουσία το φθόριο. Επιπλέον δισεκατομμύρια κόστος και από αυτήν.

Οι υπέρμετρα φιλόδοξοι στόχοι της ΕΕ θέτουν εν κινδύνω τη λαϊκή αποδοχή της πράσινης μετάβασης, είπε ο Γενικός.

Σαφή μηνύματα από Σκυλακάκη

Το πιο καθοριστικό όμως μήνυμα ότι έχει αλλάξει η πολιτική του ΥΠΕΝ απέναντι στη πράσινη μετάβαση, δόθηκε από τον υπουργό Θόδωρο Σκυλακάκη και τα όσα είπε πάντα στο Power & Gas Forum.

«Καλύτερα να βάζεις ρεαλιστικούς στόχους και να τους πετύχεις, παρά στόχους που μετά θα τους ανατρέψεις με τεράστιο κόστος αξιοπιστίας και επενδύσεων», ανέφερε χαρακτηριστικά.

Συνέδεσε τα δημοσιονομικά κόστη της πράσινης μετάβασης με τους πόρους που χρειάζεται η ελληνική οικονομία για μέτρα πρόληψης απέναντι στη κλιματική αλλαγή, τονίζοντας ότι ανεξάρτητα από τη μελλοντική πορεία των ρύπων, οι κλιματικές επιπτώσεις θα συνεχίσουν να είναι εδώ. Αρα χρειάζεται έμφαση στην πρόληψη και προσαρμογή στις σχετικές δαπάνες.

«Μπορεί μια χρονιά να στοιχίσουν οι καταστροφές το 2% του ΑΕΠ της χώρας και την άλλη καθόλου. Δεν γνωρίζεις πότε και πως θα σε χτυπήσει, αλλά η Ευρώπη δεν έχει δώσει τη δέουσα έμφαση στο θέμα», ανέφερε.

Εξήγησε ότι ένα μεγάλο μειονέκτημα της πράσινης μετάβασης είναι ότι η Ευρώπη παλεύει μόνη της. Άλλη απόδοση έχουν οι δαπάνες όταν παλεύουν όλοι μαζί κατά της κλιματικής αλλαγής, δηλαδή και οι μεγάλοι ρυπαντές Κίνα και ΗΠΑ, και άλλη όταν είναι κανείς μόνος, γεγονός που κάνει ακόμη δυσβάσταχτα τα κόστη.

«Αν προστεθεί στα παραπάνω και η γεωπολιτική αβεβαιότητα, τότε προκύπτει μια δύσκολη πραγματικότητα για μια χώρα όπως η Ελλάδα. Ως εκ τούτου, η κυβέρνηση προκρίνει στην παρούσα φάση μια πιο συντηρητική πολιτική και γι’ αυτό είπε όχι στην πρόταση της Κομισιόν για στόχο μείωσης ρύπων 90% ως το 2040», εξήγησε ο υπουργός, ερωτηθείς σχετικά.

(φωτο:pixabay.com)

Του Γιώργου Φιντικάκη

Πηγή: energypress.gr